Σάββατο, Νοεμβρίου 02, 2013
Τετάρτη, Νοεμβρίου 16, 2011
Η Ιταλία "ταμιεῖον" της κλασικής παιδείας
Ζητείται, λοιπόν, από την Unesco:
α) να μεσολαβήσει στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ώστε να θέσουν υπό την προστασία τους τα λατινικά και τα "ελληνικά" (ελληνιστί: τό πεῖσαι τούς ἄρχοντας πασῶν τῶν Εὐρωπαίων πόλεων μή παύσασθαι τάς Ἑλληνικήν καί τε Ῥωμαϊκήν γλώττας θεραπεύοντας, ὀχυροῦντας καί διαγγέλλοντας, ἅτε πᾶσαν τήν τῆς ἐπί δυσμαῖς οἰκουμένης καί παρά πολλά ἄλλα ἔθνη φερομένην παιδείαν περιλαβούσας)
β) να αναγνωριστούν τα λατινικά και τα "ελληνικά" ως "άυλες κληρονομιές της ανθρωπότητας" (ελληνιστί: τό ἀποδέξασθαι ἄμφω γλώττα εἰς τήν ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἄνυλον οὐσίαν, ἅτε μάλιστα ταύταιν μελούσαιν οὐ μόνον πᾶσι τοῖς Εὐρωπαίοις, ἀλλά καί τοῖς τῆς Εὐρωπαίας παιδείας μετέχουσιν. Πλείους γάρ ἢ κ' ἑκατονταετηρίδας πᾶσι τούτοις ἔθνεσι σύνδεσμος γεγόνασιν)
γ) να ανατεθεί στην ιταλική κυβέρνηση ο ρόλος της προστάτιδας/εγγυήτριας των λατινικών και των "ελληνικών", ώστε να μπορεί να προωθήσει τη διδασκαλία τους και έξω από τους χώρους της επαγγελματικής αρχαιογνωσίας (ελληνιστί: τό τῇ Ἰταλικῇ πολιτεία τίμης φρουρᾶς καί ἐπιτειχίσματος μεταδοῦναι τῷ φωνάς τε τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καί Ῥωμαίων προαγαγεῖν, καταλαβεῖν γάρ δεῖ ταύτας τάς διαλέκτους ἅμα τῇ φιλοσοφίᾳ καί ταῖς ἐκ ταύτης γεγενημένας διδασκαλίαις, ὄργανα ἀναγκαιότατα εἰς ἐλευθέριον παίδευσίν τινα, μή ἄγαν ἀκριβῶς πρός μαθήματα σμικρώτατα προσβλέπουσαν, ἀλλά καί μᾶλλον ὅλων τῶν ἐπιστημῶν τήν γνῶσιν διώκουσαν)
δ) να αναγνωριστεί η Ιταλία ως "θησαυρός συμβόλων" και σταυροδρόμι των κλασικών γλωσσών και του πολιτισμού τους (ελληνιστί: τό δέ καί οὕτω τήν Ἰταλίαν ταμιεῖον ὅλης τῆς ἐν τῇ ἐπί δυσμαῖς οἰκουμένῃ παιδείας παραγαγεῖν, ὥστε ταύτας τάς τέχνας καί σπουδάς μή μόνον ἐν πανεπιστημίοις καί γυμνασίοις ἀλλά παρά τοῖς περί τῆς φυσικῆς σοφοῖς, καί ἐν δημοσίοις θεάμασι καί πανταχόσεν θρυλουμένοις κηρύγμασι θεραπεῦσαι, διαγγεῖλαι, παραστῆσαι).
Η νοσταλγία του παρελθόντος, σε στιγμές μάλιστα έντονης οικονομικής κρίσης, δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Εξάλλου, με το μανιφέστο αυτό οι ιταλοί φίλοι μας διεκδικούν τα "πρωτεία" της "φύλαξης" και της συντήρησης των κλασικών γλωσσών από τήν Ελλάδα. Η οποία, σε αντίθεση προς τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες (την Ιταλία κυρίως, που αντιπροσωπεύεται στο έντυπο-έκκληση και με τα λατινικά και με τα ιταλικά της) εμφανίζεται σαν να μην έχει σύγχρονη γλώσσα (τη νεοελληνική).
Δευτέρα, Νοεμβρίου 23, 2009
Η γλώσσα και οι μύθοι της
Τέσσερις γλωσσικούς μύθους συζητάει η γλωσσολόγος (επικ. καθηγ. στο Πανεπιστήμιο Αθηνών) Μάρω Κακριδή-Φερράρι, στη μελέτη της "Μύθοι για τη γλώσσα στην ελληνική εκδοχή τους. Ιδιαιτερότητες, αντοχές, επανερμηνείες" (στον τόμο Μύθοι και ιδεολογήματα στη σύγχρονη Ελλάδα. Αθήνα: Εταιρεία Σπουδών Μωραΐτη 2007, σσ. 199-223). Αντιγράφουμε αποσπασματικά, για λόγους χώρου, τους τρεις από αυτούς.
Μύθοι 1+2: Η εξέλιξη της γλώσσας αποτελεί φθορά και παρακμή (1), και (2) αυτό συμβαίνει, διότι απομακρύνεται από κάποια παλαιότερη μορφή γλώσσας, που ήταν "ορθότερη", "καλύτερη", με δυο λόγια "ανώτερη".
"Στην ελληνική του εκδοχή το στερεότυπο αυτό βασίζεται σε ιστορικά στοιχεία, με την έννοια ότι, αν, έστω και αυθαίρετα, επιλέγεται μία μόνο παλαιότερη περίοδος ως πόλος σύγκρισης, η κλασική, η περίοδος αυτή αναγνωρίζεται πράγματι ως εποχή ιδιαίτερης πολιτισμικής ακμής και άρα ισχυροτάτου πολιτισμικού κύρους. Το ιστορικό αυτό στοιχείο αποκτά όμως μυθοποιητικό και στερεοτυπικό χαρακτήρα, όταν γενικεύεται αυθαίρετα, έτσι ώστε να περιλαμβάνει όχι μόνο την εμφάνιση ενός σημαντικού πολιτισμού, αλλά και την έκφρασή του μέσα από μια γλώσσα που γι' αυτόν το λόγο θεωρείται "ανώτερη" -ή και τη σύνδεσή του, ενδεχομένως, με μια "ανώτερη" φυλή των Ελλήνων... Έτσι, το αποτέλεσμα, η εξέλιξη της εκφραστικής δυνατότητας μιας γλώσσας λόγω της πολυπλοκότητας του πολιτισμού που εκφράζει, μετατρέπεται άρρητα σε αίτιο: όταν χειρίζεται κανείς μια τέτοια "ανώτερη" γλώσσα, δεν μπορεί παρά να συμμετέχει και αυτός σε "ανώτερο" πολιτισμό...
Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, όπου λειτουργεί το στερεότυπο της αρχαίας ελληνικής ως "ανώτερης" μορφής γλώσσας (στη γραμματική, τη δομή, το λεξιλόγιο, κλπ), ο άλλος μύθος για την εξίσωση της εξέλιξης μιας γλώσσας με τη φθορά της, έρχεται σαν φυσικό επακόλουθο στον ελληνικό χώρο και αποκτά αυξημένο κύρος, αφού στη συλλογική συνείδηση θεωρείται ότι μπορεί να "τεκμηριωθεί" ιστορικά. Η εξέλιξη μιας γλώσσας, που έφτασε στον κολοφώνα της την κλασική εποχή, δεν μπορεί παρά να αποτελεί φθορά και παρακμή...
Η επανερμηνεία των δύο έτσι και αλλιώς ισχυρότατων, "οικουμενικών" θα λέγαμε, στερεοτύπων στο ελληνικό ιστορικο-κοινωνικό πλαίσιο καθιστά στα μάτια των Ελλήνων την αρχαία ελληνική όχι μόνο "ανώτερη" γλώσσα σε σχέση με άλλες αλλά και "ανώτερη" ποικιλία σε σχέση με άλλες ιστορικές μορφές της ίδιας της ελληνικής, π.χ. τη μεσαιωνική και τη νέα ελληνική. Έτσι κατασκευάζεται και το γνωστό ιδεολόγημα περί ενιαίας ελληνικής γλώσσας, για να γεφυρωθεί, με πολύ συμφέροντα τρόπο, η απόσταση ανάμεσα στην αρχαία και τη νέα. Και αν ο Ελύτης το εκφράζει ποιητικά μέσα από το γνωστό "Ο νικήσαντας τον Άδη και τον Έρωτα σώσαντας, αυτός ο πρίγκιπας των κρίνων είμαι", δεν θα αργήσει ο γλωσσολογικός εξορθολογισμός του, με τις εκπαιδευτικές του προεκτάσεις ή εφαρμογές.
Γενικότερα, ο συνδυασμός των μεταγλωσσικών απόψεων για την εξέλιξη της γλώσσας ως φθοράς, εφόσον απομακρύνεται από την "ανώτερη" αρχαία ελληνική, σχετίζεται με ποικίλες εκπαιδευτικές επιλογές: όχι μόνο εργαλειακού τύπου (π.χ. πόσες ώρες διδάσκονται τα αρχαία σε σχέση με τα νέα ελληνικά), αλλά κυρίως μιας ολόκληρης ιδεολογίας, η οποία αφορά την κατασκευή ενός συνολικού αναλυτικού προγράμματος σε ευθεία σχέση με την οικοδόμηση αυτής της άκριτα αρχαιολατρικής εθνικής ταυτότητας. Η μεταγλωσσική αυτή ιδεολογία, με τα συμπλεκόμενα εθνοκεντρικά και πολλές φορές εθνικιστικά της περιεχόμενα, φαίνεται να διαπνέει το μεγαλύτερο φάσμα της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, και μάλιστα σε κάθετη πολιτική τομή: αν και χαρακτηρίζει κατεξοχήν συντηρητικότερους πολιτικούς χώρους, έχει φανατικούς και δραστήριους εκπροσώπους, παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις, και στον ευρύτερο αριστερό και προοδευτικό χώρο.
Μύθος τρίτος: Λάθη και δάνεια
Πρόκειται για τον μύθο για την κακή χρήση της γλώσσας, την οποία φανερώνουν τα διάφορα λάθη που ακούγονται κυρίως στον προφορικό λόγο, και ιδιαίτερα στα ΜΜΕ, την οποία φανερώνουν επίσης τα πολλά δάνεια από ξένες γλώσσες που παρεισφρέουν κατά τα νεότερα -θεωρείται- χρόνια. Και εδώ πρόκειται για πολύ διαδεδομένα στερεότυπα. Τα συνήθως "ύποπτα" λάθη α) παράγονται κατά κύριο λόγο σε μέρη του συστήματος που αποτελούν εμφανείς εξαιρέσεις γενικότερων τάσεων της γλώσσας (Οκτώμβριος, από ανέκαθεν, να παράγω / να παραγάγω, κλπ.), ή β) αφορούν παρείσφρηση στη γλώσσα-standard τύπων από γλωσσικές ποικιλίες που μιλούν άλλες κοινωνικές ομάδες, με λαϊκότερη ή διαλεκτική γλωσσική προέλευση. Όσο για τον δανεισμό, εκτός από την αγγλική, που για ευνόητους λόγους αντιστρέφει το στερεότυπο, λέγοντας ότι ο δανεισμός δίνει πλούτο και πλαστικότητα σε μια γλώσσα, στις άλλες γλώσσες οι τάσεις καθαρισμού έχουν άμεση σχέση με την εικόνα εθνικής καθαρότητας που θέλουν να παρουσιάσουν οι ομιλητές τους.
Και στις δύο περιπτώσεις, των λαθών και των δανείων, οι προτάσεις για τη "θεραπεία" της ελληνικής γλώσσας προσβλέπουν και πάλι, με ευθύτερο ή λοξότερο τρόπο, στα αρχαία ελληνικά: η "σωστή" μορφή, στην περίπτωση των λαθών, είναι παλαιότερη, η πιο λόγια, αυτή που πλησιάζει περισσότερο την αρχαία ελληνική. Βέβαια, αποτελεί γενικότερο στερεότυπο το ότι η μορφή και η σημασία μιας λέξης, το σημαίνον και το σημαινόμενο δηλαδή, δεν αποτελούν το αποτέλεσμα συμβατικού και αυθαίρετου διακανονισμού και συνεχούς διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο μιας γλωσσικής κοινότητας, όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα: θεωρείται, αντίθετα, ότι καθορίζονται μια για πάντα "αληθινά" από την ετυμολογία και την παλαιότερη -κατά κανόνα- γραμματική και σημασιολογική τους ιστορία. Έτσι νεκρανασταίστονται ή και κατασκευάζονται κανόνες για το σαν και το ως, το αφορά σε, την επαναφορά του τελικού -ν, νεκρανασταίστονται ή εφευρίσκονται ορθογραφίες λέξεων σύμφωνα με την "πραγματική" τους ετυμολογία, κλπ.
Ωστόσο, η σύνδεση των συστηματικών λαθών με την εξέλιξη είναι γνωστή στη γλωσσολογία: τα χτεσινά λάθη [...] είναι τα σημερινά σωστά, αυτά που απειλούν τα σημερινά λάθη, δηλαδή τα αυριανά σωστά. Το γλωσσικό λάθος δεν είναι δηλαδή τυχαίο, αλλά κινητοποιείται από μηχανισμούς βασικούς για τη γλώσσα και είναι ένας από τους δρόμους μέσα από τους οποίους αλλάζει μια γλώσσα. Αγνοώντας όμως το γεγονός αυτό, ο συγκεκριμένος μύθος σχετίζεται και αυτός με το μύθο της φθοράς: αν τα συστηματικά λάθη για το γλωσσολόγο δείχνουν την εξέλιξη, για την κοινότητα δείχνουν συγχρόνως, αν όχι αποκλειστικά, και τη φθορά, την απομάκρυνση από το παρελθόν.
Ως προς τα δάνεια πάλι, και εδώ η "θεραπεία" που προτείνεται είναι η αντικατάσταση της μορφής της ξένης λέξης με ελληνική, αναβιώνοντας όσο το δυνατόν τον αρχαίο ελληνικό λεξιλογικό πλούτο, όπως συνέβη κατά την ίδρυση του ελληνικού κράτους... Η "θεραπευτική" αυτή πρόταση σήμερα, εκτός των άλλων, διαχωρίζει κατηγορίες ή ποιότητες εγγραμάτων πολιτών, διαβαθμίσεις "μόρφωσης" δηλαδή, κατά τη γενικότερη αντίληψη: πόσο πιο ωραία ακούγεται το τηλεμαχίες σε σχέση με το ντιμπέιτ, το σκυρόδεμα αντί για το μπετόν, και κυρίως πόσα περισσότερα αποδεικνύουν γι' αυτόν που τα επιλέγει... Και πάλι, δηλαδή, το διακύβευμα... είναι η κατανομή του συμβολικού κεφαλαίου -όχι σαν αίτημα γενίκευσης της μόρφωσης αλλά, αντίθετα, σαν διάκριση: σαν αντίδραση στον μεταπολεμικό εκδημοκρατισμό της εκπαίδευσης, που "εξίσωσε" κατηγορίες πολιτών και ανάγκασε ορισμένες από αυτές να θελήσουν τον επανακαθορισμό τους και μέσα από τη χρήση μιας λογιότερης γλώσσας. Η γνώση της αρχαίας ελληνικής, που υπονοεί αυτή η χρήση, διακρίνει τους συγκεκριμένους ομιλητές από τους υπόλοιπους.
Υ.Γ.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, το ερώτημα γιατί οι εκπαιδευτικοί φιλόλογοι εμπιστεύονται (σύμφωνα τουλάχιστον με τις "δημοσκοπήσεις" των παιδαγωγικών φορέων και των σωματείων τους) τα πάσης φύσεως αρχαιολογήματα για την ελληνική γλώσσα πρέπει κάποτε δημόσια να συζητηθεί.
Κυριακή, Νοεμβρίου 01, 2009
Τα ελληνικά ως "λερναία" ιδέα
Στο θησαυρό, πάντως, των κειμένων με τη σχετική "μπαρουφολογία" μπορεί να ενταχθεί και το απόσπασμα από ομιλία (στην αγγλική γλώσσα) της κλασικής φιλολόγου (καθηγήτριας στο πανεπιστήμιο Πελοποννήσου) κυρίας Ξανθάκη-Καραμάνου. Το απόσπασμα περιλαμβάνεται σε κείμενο αναρτημένο στο Hellenic American National Council.
"Recognizing the importance of Greek for other major languages, Canada, USA, Europe, and Australia support the teaching of ancient and modern Greek language and literature. A strong interest in Greek language resulted from the fact that Hi-Technology Computers accept only Greek as the most appropriate language for their function, regarding it as a non-limited language, essential for sciences, such as Informatics, Electronics and Cybernetics. In Greek, as Plato in the Cratylus had first observed, the relationship between word and object is substantial, «by nature» (φύσει), and not «by convention» (θέσει), as in other languages. CNN started to distribute «Hellenic Quest», which is a program for the electronic learning of Greek for English and Spanish speaking people."
Τρίτη, Οκτωβρίου 06, 2009
Αυτοί και οι Αρχαίοι
Ο Π. Παναγιωτόπουλος ("Πολιτικός κομφορμισμός και εναλλακτική γνώση. Η νέα αρχαιολατρία, το new age και η ναρκισσιστική χειραφέτηση", στο Όψεις του σύγχρονου ορθολογισμού. Αθήνα: Εταιρεία Σπουδών Μωραΐτη, 2005) παρατηρεί ότι "ο κεντρικός πυρήνας αυτής της εναλλακτικής και αντιστασιακής, κατά τα λεγόμενά της, τοποθέτησης μπορεί να αποδοθεί ως εξής: η υπεροχή των αρχαίων Ελλήνων -συνεπώς και των Ελλήνων στο σύνολό τους- είναι σήμερα αφανής, ή καλύτερα, συγκαλυμμένη. Με παρόμοιο τρόπο που είναι συγκαλυμμένο το μέλλον του πολιτικού μέσα στο ίδιο το άτομο ή η απελευθερωτική δύναμη της φανταστικής πλευράς του ανθρώπου.
Αυτό που μας λέει η νέα αρχαιολατρία, συνεχίζει ο Παναγιωτόπουλος, είναι πως η παραδεδομένη σχολική αρχαιοκεντρική διδασκαλία κρύβει περισσότερα απ' όσα φανερώνει και ότι η κοσμοϊστορική αξία της φυλής προδίδεται από την εθνική ρητορεία και τους θεσμικούς της εκφραστές. Οι αναγνώστες συναφών εντύπων και αυτοτελών εκδόσεων, το κοινό που προνομιακά επιλέγεται ως διαφημιστικός στόχος διαφοροποιείται από αυτούς τους περιορισμούς. Οι αναγνώστες των "αιρετικών" κειμένων και οι τηλεθεατές των αποκαλυπτικών εκπομπών κατατάσσουν τους εαυτούς τους στους εξεγερμένους της νόησης. Σε αυτούς που ασχολούνται με την αληθινή ιστορία και την παγκόσμια εξουσία -που πάντοτε παρουσιάζεται ενιαία, σκόπιμη και ανθελληνική- ενεργοποιώντας την απελευθερωτική μηχανική της αναζήτησης, τον explorer των κρυφών γνώσεων και το αίτημα ενός αύριου απαλλαγμένο από το ψεύτικο παρόν.
Το αίτημα για το νέο, το καινοτόμο και το ριζικά διαφορετικό φωλιάζει στην ελληνομάθεια, στην ελληνική αγωγή και σε μια γνώση για το απώτατο παρελθόν μας. Είναι πράγματι εντυπωσιακό ότι η αρχαιολατρική τάση αυτοσυστήνεται -στο σύστημα αυτό αλλά και στην ευρύτερη φιλολογία- μέσα από τη ρητορική της αμφισβήτησης. Η τάξη, η ορθή δόξα, η εθνική κοινοτοπία και η συναίνεση γύρω από την ελληνική καταγωγική μας υπεροχή μοιάζουν να υποχωρούν μπροστά στον αιρετικό προσανατολισμό και την αποκάλυψη που μπορεί να προέλθει από την εσωτερική αναζήτηση: αυτό που στην αργκό της διάκρισης αποκαλείται "ψάξιμο"...
Η αρχαιολατρία αναπτύσσεται μεν πάνω στον στερεοποιημένο εθνικό μύθο και αντλεί τους πρωταρχικούς της πόρους από την κοινή ιδεολογική συνισταμένη, αλλά η δύναμή της κρύβεται αλλού. Στην ικανότητά της, μέσα ακριβώς από τον συντηρητικό εθνικό μύθο, να αναδύεται το ιδεολόγημα της εναλλακτικής ζωής, της γνωστικής περιέργειας και μίας εν γένει αμφισβήτησης. Ο τρόπος με τον οποίο παράγεται σήμερα η ατομικότητα, που αρθρώνεται με το πολιτικά ορθό αλλά και με τον δίδυμο αντίπαλό του, δηλαδή τον πολιτικό και κοινωνικό κομφορμισμό, η σχέση του με την κοινωνία, με τη συνύπαρξη, με το ιερό, με την κατανάλωση, με την τεχνολογία, όλα προκύπτουν αβίαστα ως θεματολόγιο της νέας αρχαιολατρίας.... Η Ακρόπολη των Αθηνών κρύβει πολύ λιγότερα από τον Όλυμπο, η Αταλάντη είναι πιο πλούσια από τη Βεργίνα, η κρυφή πλευρά της Σελήνης, σαφώς επικοισμένη από Έλληνες, είναι μερικοί παραδειγματικοί τόποι αλήθειας. Εγωγήινοι, κρυμμένες αρχαίες ελληνικές φυλές, παραμελημένα τεκμήρια, βάσεις που αναπτύσσεται η υπερτεχνολογία κρύβονται πάντα κάπου αλλού από εκεί που διδάσκουν οι αρχαιολόγοι και οι σύγχρονοι κοσμοπολίτες.
Ο Παναγιωτόπουλος ερμηνεύει το νέο αυτό ρεύμα τριπλά. Καταρχάς, στη βάση ότι "βρισκόμαστε μπροστά σε ένα εκτεταμένο φαινόμενο που προκύπτει από μία ιδεολογία μερική μεν, εξαιρετικά μολυσματική δε. Η μερικότητα μιας τόσο εναλλακτικής και ανορθολογικής δομής, που αποτελεί θεμελιακό στοιχείο της μολυσματικότητάς της, ενισχύεται από το γεγονός ότι ο λόγος αυτός δεν εμφανίζεται ούτε δεσμευτικός για το υποκείμενο ούτε συγκρουσιακός στο επίπεδο των πολιτικών ταυτίσεων. Η εναλλακτική ιδεολογία μεταχειρίζεται και αξιοποιεί τα ιδιώματα της Διαφοράς χωρίς να προκαλεί οργανωτικές εξαρτήσεις ή πολιτικές ρωγμές και κοινωνικές συσπειρώσεις. Μπορείς να πιστεύεις στον Δία, χωρίς να υποτάσσεσαι σε κάποια αρχαιοελληνική χρηστοήθεια. Διότι, και αν ακόμη υπάρχει τέτοια, αυτή δεν αντιβαίνει τα κοινά πρότυπα του σήμερα. Αντιθέτως, προσδοκά στη ριζική τους ανάπτυξη, μιας και η αρχαιολατρική εναλλακτικότητα συμπιέζει και οικειοποιείται τον ιστορικό χρόνο και τα πολιτισμικά του παράγωγα κατά τη δική της βούληση.
Τέλος, η νέα αρχαιολατρία προωθεί μια συνθήκη χειραφέτησης για το άτομο. Ένα άτομο όμως που περιορίζεται στην ιδιότητα του νάρκισσου καταναλωτή, ο οποίος χειραφετείται από τον συμπεριφορικό και γνωστικό φορμαλισμό, στο μέτρο που αναζητά διεύρυνση των ιδιωτικών απολαύσεων και μόνον. Προάγει δηλαδή έναν απελεύθερο ατομικό νου, που δεν οργανώνει θετικά τις ελευθερίες του και που μοιάζει αδύναμος να αμφισβητήσει τις μείζονες στερεοτυπικές αρχές της κοινωνικής οργάνωσης. Η υπεροχή των Ελλήνων, ο ανερυθρίαστος ρατσισμός, η αποδοχή της κοινωνικής ιεράρχησης και της ανισότητας, η αδιαφορία για το πολιτικό πεδίο, συλλειτουργούν με την απορητική αντιμετώπιση της καθιερωμένης γνώσης, με μία κουλτούρα διαφωνίας, με τον νοητικό πειραματισμό, με τη γενναιοδωρία της επιστημονικής φαντασίας και του οραματισμού..."
Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 21, 2009
Ψηφιακά μυθολογήματα
Η εκπαιδευτικός Lloyd Margaret, προσκεκλημένη πριν από καιρό στο HUMlab, μας υπενθυμίζει πόσο επιφυλακτικοί και γιατί οφείλουν να είναι οι εκπαιδευτικοί, κάθε φορά που ακούν διακηρύξεις και διαβάζουν ή βλέπουν διαφημιστικές προβολές να εισηγούνται προτάσεις για τη χρήση των υπολογιστών στην εκπαίδευση. Η σχετική παρουσίαση της εισήγησης της Lloyd στο HUMLab συνιστά προϊόν της ευρηματικής διατριβής της, με τίτλο Enacted Cultural Myth: Computer Education in Classroom (1983-1987). Unpublished PhD Thesis. Faculty of Education. Queensland, University of Technology. 2003, όπου η καθηγήτρια των μαθηματικών ορίζει τους πολιτιστικούς μύθους σχετικά με τους υπολογιστές στην εκπαίδευση, μέσα από μια μελέτη περίπτωσης σε σχολεία του Queensland (Αυστραλία) από το 1983 έως το 1987.
Ακολουθώντας κυρίως τις Μυθολογίες του Ρολάν Μπαρτ, η Lloyd ορίζει τους πολιτιστικούς μύθους ως υπονοούμενες και ρητές πίστεις, οι οποίες δεν στηρίζονται σε καμιά βάση αποδεικτικής ισχύος, αλλά προϋποθέτουν τη μία και μοναδική εμπειρική "αλήθεια", τον έναν αδιαμφισβήτητο ισχυρισμό, από τον οποίο προκύπτουν συγκεκριμένες διατυπώσεις, επονομαζόμενες ως μετα-αφηγήσεις: ενοποιητικές, δηλαδή, ιστορίες-ανέκδοτα, που προσδίδουν μιαν ολότητα στην εμπειρία, νομιμοποιώντας τη γνώση, τα πιστεύω και τις πρακτικές. Μύθοι και μετα-αφηγήσεις για τους υπολογιστές στην εκπαίδευση αποτελούν όψεις του τεχνολογικού ντετερμινισμού, στον οποίο υπόκειται η ολοένα αυξανόμενη μοιρολατρική αντίληψη/πεποίθηση ότι η απάντηση σε κάθε σύνθετο φαινόμενο εξαρτάται από ένα και μοναδικό τεχνολογικό στίγμα. Όσο περισσότερο σύνθετο είναι αυτό το στίγμα, τόσο περισσότερο είναι πιθανό να γίνει αυτό ευρύτερα αποδεκτό, δίχως καμιά προηγούμενη έρευνα.
Οι αντιπροσωπευτικοί μύθοι με τις παρεπόμενες μετα-αφηγήσεις στη διδακτορική έρευνα της Lloyd είναι οι εξής:
1. Μύθοι κοινωνιολογικοί.
1.1. Οι ΤΠΕ επιδρούν με καθοριστικό τρόπο στην κοινωνία. Οι σύγχρονες κοινωνίες είναι αποκλειστικά τεχνολογικές.
1.2. Η γνώση των ΤΠΕ είναι κρίσιμος παράγοντας για την επίλυση των κοινωνικών πιέσεων και προβλημάτων.
1.3. Οι ΤΠΕ αποτελούν εθνικό κεφάλαιο.
1.4. Η αξιοποίηση των ΤΠΕ στην εκπαίδευση συνεπάγεται άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και της ανισότιμης διαχείρισης της μάθησης στην εκπαίδευση.
Σχετικές μετα-αφηγήσεις: Οι υπολογιστές στα σχολεία προετοιμάζουν τους μαθητές για το μέλλον, εξοπλίζοντάς τους με εφόδια, ώστε να αντιμετωπίζουν τις ταχύτατες αλλαγές, ενώ τους εξασφαλίζουν τις ικανότητες/δεξιότητες, προκειμένου να είναι πληροφοριακά πλούσιοι.
2. Μύθοι πολιτικοί.
Οι πολιτικοί μύθοι για τους υπολογιστές στην εκπαίδευση σχετίζονται με αντιλήψεις και διατυπώσεις που αναφέρονται στη δύναμη, τη μετωνυμία, τον βερμπαλισμό, τη φιλανθρωπία και τον καταναλωτικό ακτιβισμό.
Σχετικές μετα-αφηγήσεις: Οι υπολογιστές στα σχολεία θα προβάλλουν εμένα/το τμήμα μου/την τάξη μου/το σχολείο μου/ την κυβέρνησή μου ότι μπορεί να διαδραματίσει ηγεμονικό ρόλο στα πολιτικά/πολιτιστικά πράγματα, ενώ με δείχνουν ως προοδευτικό υποκείμενο, που ενδιαφέρεται για τους συνανθρώπους του και τις τύχες της κοινωνίας γενικότερα.
3. Μύθοι παιδαγωγικοί.
3.1. Οι υπολογιστές στα σχολεία βελτιώνουν τα μαθησιακά αποτελέσματα.
3.2. Αναδομούν τη σχολική γνώση.
3.3. Δημιουργούν τις προϋποθέσεις για καινοτόμα, ευέλικτα μαθησιακά περιβάλλοντα.
Σχετικές μετα-αφηγήσεις: Οι υπολογιστές στα σχολεία δημιουργούν ένα νέο παράδειγμα μάθησης, σύμφωνο με τα προτάγματα της εποχής.
4. Μύθοι τεχνολογικοί.
4.1. Οι ΤΠΕ έχουν τη δύναμη να αλλάζουν τα μαθησιακά περιβάλλοντα.
4.2. Οι ΤΠΕ αλλάζουν την κοινωνία.
4.3. Οι καινοτομίες με τις ΤΠΕ στα σχολεία εξαρτώνται από τον αριθμό των υπολογιστών που είναι διαθέσιμοι στα σχολεία.
Σχετικές μετα-αφηγήσεις: Οι μηχανές από μόνες τους έχουν τη δύναμη να μετασχηματίζουν τις κοινωνίες προς το καλύτερο.
Υπάρχει μια λαθραία αναλογία ανάμεσα στους μύθους και τη λογόρρροια για τους υπολογιστές στην εκπαίδευση, την οποία δεν συζητά η Lloyd. Αν, κατά τον Μπαρτ, (Μυθολογίες, σ. 201), "ο μύθος δεν ορίζεται από το αντικείμενο του μηνύματός του, αλλά από τον τρόπο που προφέρει αυτό το μήνυμα", οι υπολογιστές στην εκπαίδευση σήμερα προβάλλονται (δυστυχώς συχνά) ως εμπειρικές, τεχνολογικές ενασχολήσεις, που στηρίζουν τη νομιμοποιητική τους ισχύ, αυστηρά περιορισμένες στα εφήμερα συνέδρια και τις συμπτωματικές επιμορφώσεις, αδυνατώντας να απαντήσουν στο απλοϊκό ερώτημα για το τί ριζοσπαστικό προκαλούν στη μάθηση. Εξάλλου, όπως στον μύθο έτσι και με τη φλυαρία για τους υπολογιστές στην εκπαίδευση "υπάρχουν όρια μορφής, δεν υπάρχουν όμως όρια ουσίας". Η Lloyd περιορίζει τη σχετική μυθολογία σε κείμενα και λόγους των πολιτικών, των δημοσιογράφων και των αξιοματούχων της εκπαίδευσης (στην Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο), αποφεύγοντας να εξετάσει τις αφομοιωτικές της επιδράσεις στον λόγο των μάχιμων εκπαιδευτικών. Θα είχε ενδιαφέρον, πάντως, αν καλυπτόταν το κενό αυτό με μια σχετική έρευνα στην Ελλάδα.
Σάββατο, Ιουνίου 07, 2008
Τρεις μύθοι για την ηλεκτρονική μάθηση
O Norm Friesen, καναδός ερευνητής των πρακτικών της ηλεκτρονικής μάθησης, οπλισμένος με τις αρχές της κριτικής θεωρίας (των Adorno-Horkheimer, Habermas), ελέγχει τρεις, συμπληρωματικές μεταξύ τους, κοινότοπες αλήθειες ή "μύθους", που αναφέρονται στη χρήση των ΤΠΕ στην εκπαίδευση. Παραφράζονται στη συνέχεια οι βασικές του θέσεις.
Μύθος πρώτος: "Η οικονομία της γνώσης".
O "μύθος" αυτός, κατά τον Friesen, μετατοπίζοντας την "αξία" της εργασίας του Μαρξ στην ίδια τη γνώση, φέρνει τη δεύτερη στο κέντρο κάθε κοινωνικοπολιτικής δραστηριότητας, με την εκπαίδευση να αποτελεί τον θεσμικά κατοχυρωμένο εκπρόσωπό της.
Για τους θιασώτες του σλόγκαν "οικονομία της γνώσης", γράφει ο Friesen, το σχολείο δεν αποβλέπει στην εν δυνάμει προσωπική αυτονομία ή στην υπεύθυνη "πολιτική παιδεία" (citizenship), αλλά αντιμετωπίζεται ως μέσο δημιουργίας και αναπαραγωγής της γνώσης, σαν να πρόκειται για "φυσικοποιημένη" παραγωγική δύναμη. Αυτό σημαίνει ότι η γνώση δεν εννοείται ως εργαλείο Διαφωτισμού, προετοιμάζοντας κοινωνικά ενεργούς δημοκρατικούς πολίτες, αλλά λειτουργεί ως ένα είδος υπηρεσίας, που μπορεί να αγοραστεί, να πουληθεί, να χρησιμοποιηθεί και να επαναχρησιμοποιηθεί. Προσλαμβάνει, έτσι, τη μορφή "υπερ-εμπορεύματος", που έχει αγοραστική αξία, όπως τα φυσικά προϊόντα, υπερβαίνοντας ωστόσο τα αγαθά της φυσικής εργασίας.
Η ηλεκτρονική γνώση, ειδικότερα, είναι μαζί "πράγμα και ροή", με την ικανότητα να εξατομικεύεται, να αναδιοργανώνεται, να αναβαθμίζεται, να επαναξιολογείται και, κυρίως, να γίνεται αντικείμενο συνεχούς ανταλλαγής. Σε αντίθεση ωστόσο προς τα φυσικά αγαθά, αυτή η εμπορευματοποιημένη γνώση "μπορεί εύκολα να μετακινείται" (mobilized) και να ξε-πακετάρεται, προσαρμοζόμενη στις ετερόκλητες ανάγκες των καταναλωτών χρηστών της. Όταν μια τέτοια γνώση συνδέεται με εκπαιδευτικούς στόχους, τότε μετατρέπεται σε "μαθησιακό αντικείμενο". Τα "μαθησιακά αντικείμενα", τα οποία φοριούνται πολύ στον χώρο της ηλεκτρονικής μάθησης, είναι, για τον Friesen, ανταλλάξιμοι ψηφιακοί πόροι που έχουν την ικανότητα να συνδυάζονται και να συνδιαμορφώνονται με άλλα ψηφιακά αντικείμενα.
Πρόταση: χρέος του εκπαιδευτικού είναι, κατά τον Friesen, να μετακινηθεί πέρα από τη θεώρηση της γνώσης ως κατασκευής ή ανακατασκευής, σαν να πρόκειται για καθολική και κοινωνικά ουδέτερη δύναμη, που αξιολογείται με όρους αποκλειστικά αποτελεσματικότητας. Λ.χ., τα "μαθησιακά αντικείμενα" δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν "μαύρα κουτιά" γνώσης, ανεξάρτητα από τα πλαίσια και τους στόχους που συνδέονται με τη χρήση τους. Αξιοποιώντας την κριτική θεωρία οι εκπαιδευτικοι μπορούν να "ανοίξουν" αυτά τα "μαύρα κουτιά", διερωτώμενοι για τον ιδιοκτήτη τους, τον στόχο τον οποίο προορίζονται να επιτελέσουν, καθώς επίσης για τις συνέπειες που μπορεί να προκύψουν από τη χρήση τους.
Μύθος δεύτερος: "οποιοσδήποτε, οποτεδήποτε και οπουδήποτε".
Ο δεύτερος "μύθος" αναφέρεται στην ελεύθερη πρόσβαση που εξασφαλίζει η "οικονομία της γνώσης" σε όλους ανεξαιρέτως τους χρήστες, οποτεδήποτε αυτοί το επιθυμούν, οπουδήποτε κι αν βρίσκονται. Εννοούνται, για παράδειγμα, διατυπώσεις ότι τα ιστολόγια, οι ηλεκτρονικοί φάκελοι των μαθητών (e-portfolios), τα wikis και άλλες τεχνολογίες (second life, facebook) παρέχουν την ελευθερία στον χρήστη να "κατασκευάζει", ή να αναπτύσσει, τη δική του "on line" ταυτότητα, χωρίς ωστόσο να δίνεται καμία ειδικότερη εξήγηση για το πώς ακριβώς εξασφαλίζεται μια τέτοια ελευθερία.
Παραπέμποντας σε σχετικές έρευνες, ο Friesen υποστηρίζει ότι όχι μόνο μια τέτοια ελευθερία δεν είναι εξασφαλισμένη, αλλά ότι, αντίθετα, οι τεχνολογίες του διαδικτύου "προωθούν, διαχέουν και εμπορευματοποιούν εικόνες φυλετικές και κοινωνικού ρατσιμού", για να συμπεράνει ότι είναι αδύνατον να κατασκευάσει κάποιος μια "on line" κοινωνική ταυτότητα, ή persona, ex nihilo. Πρόσθετες ερευνητικές αναφορές στο επονομαζόμενο "ψηφιακό χάσμα" (digital divide), σε "παρακολουθητικές", διαφημιστικές τεχνικές, που μας αναγνωρίζουν αμέσως και μας απευθύνονται μόλις μπούμε στο διαδίκτυο, ακόμη και η αντωνυμία "μου", που εμφανίζεται σε εικονίδια του τύπου "ο υπολογιστής μου", τα "αρχεία μου", το "vaio μου", επιβεβαιώνουν ότι το σλόγκαν "οποιοσδήποτε, οποτεδήποτε, οπουδήποτε" δεν είναι παρά μια σκόπιμα αφηρημένη έννοια, που αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ως "εξ ορισμού" (default) καταναλωτικά υποκείμενα. Και δεν είναι καθόλου δύσκολο να εξηγήσει κάποιος, γιατί αυτή η εν τέλει "εξ ορισμού" κοινωνική ταυτότητα, στο διαδίκτυο και στον παγκόσμιο ιστό, είναι κατά κανόνα λευκή και αρσενική. Το "μου" παραπέμπει στην "εξ ορισμού" ιδιότητα που "εγώ" έχω ως παραγωγός και καταναλωτής, εφόσον "εγώ" είμαι στη θέση να παράγω, να καταναλώσω και, εν τέλει, να μάθω σ' ένα "εξ ορισμού" χώρο που κυριαρχείται από την οικονομική δραστηριότητα.
Πρόταση: οι εκπαιδευτικοί, κατά τον Friesen, οφείλουν να συμβάλλουν, με τον λόγο και το έργο τους, στην εξάλειψη των ανισοτήτων όσον αφορά την ψηφιακή πρόσβαση και να υποδείξουν συγκεκριμένους τρόπους με τους οποίους οι προτάσεις τους θα διασταυρωθούν με τους κοινούς τρόπους σκέψης γύρω από τις τεχνολογίες του διαδικτύου.
Μύθος τρίτος: "Η τεχνολογία καθοδηγεί την εκπαιδευτική αλλαγή".
Το τελευταίο κλισέ υπονοεί ότι, από μόνη της, η τεχνολογία αλλάζει την εκπαίδευση. Η τεχνολογική πρόοδος υπολογίζεται ως ανεξάρτητη από τις κοινωνικές καταστάσεις, και έχει τη δύναμη να τροποποιεί αμετάκλητα επαγγελματικές πρακτικές και προτεραιότητες, ή ακόμη και να τις εξαφανίζει.
Η τεχνολογία, έτσι, εμφανίζεται σαν να είναι το "πεπρωμένο" της εκπαίδευσης, συχνά και της κοινωνίας στο σύνολό της. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν κανένα λόγο στο να καθορίσουν το μέλλον του ρόλου τους. Αντίθετα, καλούνται είτε να προσαρμοστούν σε μια, εκτεχνολογημένης σκόπευσης, αλλαγή είτε να κατέβουν από το τρένο.
Η πλέον οικεία όψη του τρίτου "μύθου" είναι, κατά τον Friesen, ο "τεχνολογικός ντετερμινισμός": η πίστη, δηλαδή, ότι η κοινωνική πρόοδος εξαρτάται από την τεχνολογική καινοτομία, που με τη σειρά της είναι "μοιραίο γεγονός". Η αισιόδοξη εκδοχή του ντετερμινισμού είναι ότι οι θετικές όψεις της τεχνολογικής αλλαγής υπερτoνίζονται (στην αφαιρετική τους πάντοτε διάσταση) έναντι των αρνητικών. Για παράδειγμα, οι εκπαιδευτικοί που δεν υιοθετούν στο έργο τους τις ΤΠΕ νομίζονται "καθυστερημένοι", επειδή αρνούνται να αποδεχθούν τις "θετικές" ιδιότητες της τεχνολογίας, αντί να θεωρηθούν ως οι τελευταίοι που αντιστέκονται στις "αρνητικές" ή και ολέθριες συνέπειές της. Εξάλλου, τα επονομάζομενα "συστήματα διαχείρισης μάθησης" (τύπου WebCT ή Moodle) κάθε άλλο παρά άλλαξαν στην ουσία κατεστημένες επιχειρησιακές πρακτικές. Τα συστήματα αυτά, κατά τον Friesen, σχεδιάζονται και υιοθετούνται σε πλήρη συμμόρφωση με τους στόχους και τις διαχειριστικές δομές των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων: διευθύνονται από μια κεντρική αρχή, ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν διαδικτυακές υπηρεσίες, ορίζοντας μάλιστα συγκεκριμένους "ρόλους" (μέσω των επιλογών εισόδου στο σύστημα), ενισχύοντας έτσι τις παραδοσιακές λειτουργίες και ταυτότητες του εκπαιδευτικού προσωπικού (των εκπαιδευτών, των εκπαιδευόμενων και των διαχειριστών). Η υιοθέτηση, τελικά, της διαδικτυακής τεχνολογίας φαίνεται ότι έχει ως αποτέλεσμα την ενδυνάμωση παρά τη διασάλευση συμβατικών εκπαιδευτικών πρακτικών και λειτουργιών.
Συμπερασματική πρόταση: Η τεχνολογία, από μόνη της, δεν είναι ασταμάτητη δύναμη που καθορίζει αναπόφευκτα το μέλλον των κοινωνιών γενικώς και της ηλεκτρονικής μάθησης ειδικότερα. Αν η τεχνολογία αντιμετωπιστεί ως αποτέλεσμα σύνθετων, πολυ-αιτιακών διαδικασιών κοινωνικής διαπραγμάτευσης, τότε αναδύεται ως κάτι εντελώς διαφορετικό. Ως αμφίσημη διαδικασία ανάπτυξης που ταλαντεύεται ανάμεσα σε διαφορετικές πιθανότητες. Υπ' αυτή την έννοια, η τεχνολογία δεν είναι το πεπρωμένο της εκπαίδευσης αλλά μια σκηνή μάχης.
Σχόλιο: αν επιτρέπεται η φράση-κλισέ "κριτική της κριτικής", θα μπορούσε να παρατηρήσει κάποιος ότι η κριτική θεωρία υπήρξε χρήσιμο μεθοδολογικό εργαλείο ανάλυσης και ερμηνείας των κοινωνικών φαινομένων (της τεχνολογίας, της εκπαίδευσης, κλπ), αλλά ελάχιστα βολικό και πρακτικό όσον αφορά το "τι να κάνουμε". Αυτός ίσως είναι και ο λόγος για τον οποίο η κριτική θεωρία, όπως αναφέρει και ο Friesen, έχει, μέχρι σήμερα, υπο-χρησιμοποιηθεί στον χώρο της ηλεκτρονικής μάθησης.
Κυριακή, Μαρτίου 23, 2008
Μύθος και θρησκεία
Το Τμήμα φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών διοργανώνει σεμινάρια για τους μύθους και τη θρησκεία στην ελληνική αρχαιότητα. Ακολουθεί το πρόγραμμα:
"Κυνώπις" Ελένη: επικά, τραγικά, διακειμενικά μυθήματα
Μ. Χριστόπουλος
Τετάρτη, 2 Απριλίου 2008
Αταίριαστος ήρωας: ο Αίαντας του Σοφοκλή και ο ήρωας στην πόλιν
Ε. Καρακάντζα
Τετάρτη, 9 Απριλίου 2008
"Η εις Άδου κάθοδος": η διαλεκτική της ανάβασης και της κατάβασης στην πλατωνική Πολιτεία
Ν. Χαραλαμπόπουλος
Τετάρτη, 7 Μαΐου 2008
Ψυχανάλυση και αρχαία ελληνική θρησκεία: περί της γενέσεως και παρουσίας των θεών στον κόσμο
Σ. Ράγκος
Τετάρτη, 14 Μαΐου 2008
Τα ερωτίδεια και η λατρεία του Έρωτα κατά την αυτοκρατορική περίοδο
Α. Γεωργιάδου
Ο κύκλος των Σεμιναρίων θα ολοκληρωθεί με τη διάλεξη του διακεκριμένου θρησκειολόγου Walter Burkert (ομότιμου Καθηγητή του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης) την Πέμπτη, 22 Μαΐου 2008, στην αίθουσα Τελετών του Πανεπιστημίου Πατρών, με τίτλο:
Night and Light in Archaic Greek Cosmogonies: The Derveni Theogony of Orpheus