Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κυρτάτας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κυρτάτας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα, Ιουλίου 18, 2011

"Η Eλληνική Aρχαιότητα" στο Dialogues d'Histoire Ancienne


Βιβλιοπαρουσίαση της έκδοσης του εγχειριδίου του Προγράμματος των Δ. Κυρτάτα και Σ. Ράγκου "Η Ελληνική αρχαιότητα: πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός".


Τρίτη, Ιουνίου 21, 2011

Η αρχαία ιστορία με γλαφυρότητα



Αναδημοσίευση από την εφ. Καθημερινή,21/06/2011

Συναρπαστική συνεχής αφήγηση από τον 8ο π.Χ. αι. έως τον 4ο μ.Χ., μοιρασμένη σε τέσσερις εποχές

της Δέσποινας Iωσήφ
Καθηγήτριας - συμβούλου στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο


Δ. Ι. Κυρτάτας και Σ. Ι. Ράγκος, Η ελληνική αρχαιότητα: πόλεμος, πολιτική, πολιτισμός, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών: Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Αθήνα, 2010, σελ. 419.


ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΣΙΑ. Μια αναπάντεχη, πρωτόγνωρη και ευχάριστη έκπληξη αποτελούν τα επτά πειραματικά διδακτικά εγχειρίδια της σειράς «Αρχαιογνωσία και αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση», την ευθύνη της οποίας είχαν ο Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, το Κέντρο Εκπαιδευτικής Ερευνας και το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Τα εγχειρίδια συντάχθηκαν από αξιόλογους πανεπιστημιακούς καθηγητές με σκοπό να ανατρέψουν τα εκπαιδευτικά δεδομένα στην προσέγγιση του αρχαίου ελληνικού κόσμου, καθώς σχεδιάστηκαν για να συντροφεύουν τους μαθητές του γυμνασίου και στις τρεις τους τάξεις, δεν απαιτούν τη διδακτική ακολουθία των κεφαλαίων και την τυφλή αναπαραγωγή του περιεχομένου τους, ενώ ενθαρρύνουν τον προβληματισμό, τον γόνιμο διάλογο και την όξυνση της κριτικής ικανότητας. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στη διακήρυξη των αρχών του προγράμματος: «η κατ’ ανάγκην ποσοτική υποβάθμιση της σχολικής Aρχαιογνωσίας και Aρχαιογλωσσίας στη Mέση Eκπαίδευση καθιστά επείγουσα την ποιοτική της αναβάθμιση. H προσδοκώμενη αυτή ποιοτική αναβάθμιση συνεπάγεται την ανάδειξη εκείνων των χαρακτήρων της σχολικής αρχαιομάθειας, οι οποίοι την καθιστούν σήμερα ωφέλιμη και ελκυστική».

Το έκτο εγχειρίδιο με τίτλο «Η ελληνική αρχαιότητα» παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι συγγραφείς του εγχειριδίου Δημήτρης Ι. Κυρτάτας, καθηγητής της Ύστερης Αρχαιότητας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλίας, και Σπύρος Ι. Ράγκος, αναπληρωτής καθηγητής της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας και Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, διατρέχουν σε συναρπαστική συνεχή αφήγηση την ελληνική αρχαιότητα από τον 8ο προχριστιανικό αιώνα έως τον 4ο μεταχριστιανικό, μοιράζοντάς την συμβατικά σε τέσσερις εποχές (αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική και ελληνορωμαϊκή) και εστιάζοντας την προσοχή τους στα κυριότερα πολεμικά και πολιτικά γεγονότα και πολιτισμικά επιτεύγματα που καθόρισαν τη μοίρα του σύγχρονου κόσμου.

Πηγές και θρύλοι

Σε αντίθεση με τα συμβατικά διδακτικά εγχειρίδια, οι συγγραφείς ενδιαφέρονται για την πρόσληψη του παρελθόντος από τους αρχαίους Έλληνες και βρίσκουν αποκαλυπτικούς τους επινοημένους θρύλους. Προσφέρουν έντεχνα ένα παράθυρο στον αρχαίο κόσμο αξιοποιώντας αποσπάσματα από αρχαίες πηγές, τα οποία και παραθέτουν αυτούσια ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να ελέγξει μια πληροφορία ή να αντλήσει τα δικά του συμπεράσματα. Παράλληλα με τις περισσότερο γνωστές πηγές οι συγγραφείς φέρνουν στο προσκήνιο παραμελημένες πηγές, όπως τα αρχαία ελληνικά μυθιστορήματα και τα απόκρυφα ευαγγέλια, που ήταν εξαιρετικά δημοφιλή αναγνώσματα στην αρχαιότητα, αλλά αγνοήθηκαν επιδεικτικά και συστηματικά από την παραδοσιακή ιστοριογραφία επί γενεές. Αναδεικνύουν, ή έστω αγγίζουν, ζητήματα που οι επιτροπές έγκρισης σχολικών βιβλίων έκριναν ακατάλληλες προς γαλούχηση της ελληνικής νεολαίας μέχρι πρόσφατα, παρότι αυτά αποτελούσαν μέρος της καθημερινής ζωής των αρχαίων Ελλήνων, όπως η διατροφή, οι μαγικές πρακτικές, η διανυκτέρευση ασθενών σε ναούς του Ασκληπιού, με σκοπό την εμφάνιση του θεού σε όνειρο και την ίαση (= η εγκοίμηση), η έκθεση βρεφών μέσα σε χύτρες (= ο χυτρισμός), η πορνεία και η παιδεραστία. Τέλος, δεν διστάζουν να διαλύσουν μύθους και να παραδεχθούν για παράδειγμα, ότι οι Ελληνες θαύμασαν τους πολιτισμούς της Εγγύς Ανατολής και επηρεάστηκαν βαθύτατα από αυτούς.

Αντισυμβατικό

Ο κ. Κυρτάτας και ο κ. Ράγκος είναι πολυγραφότατοι μελετητές της αρχαιότητας με σπουδαίο και διεθνώς αναγνωρισμένο έργο. Γνωρίζουν εξαιρετικά καλά την αρχαία ιστορία και τη διηγούνται χαρισματικά και κατανοητά σε ένα μη εξοικειωμένο κοινό. Επιδεικνύουν για μια ακόμη φορά την ίδια επιμελημένη απλότητα, σαφήνεια, γλαφυρότητα, εμβρίθεια, και διεισδυτικότητα στην οποία μας έχουν συνηθίσει στα δημοσιεύματά τους και στις αίθουσες διδασκαλίας. Τα παραδοσιακά ιστορικά εγχειρίδια συνήθως, με τρόπο απόλυτο και υπεροπτικό και σε διδακτικό άκρως ανιαρό τόνο, μας νουθετούσαν.

Πολλά από αυτά ήταν γραμμένα πρόχειρα και βιαστικά και προχωρούσαν σε μια επιφανειακή θεώρηση του παρελθόντος, μια στεγνή εξιστόρηση των γεγονότων με μειωμένο ενδιαφέρον, όπου κυριαρχούσαν οι μεγάλοι άνδρες και αποσιωπούνταν όψεις της καθημερινότητας. Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι, παρότι πρόκειται για συνεργατικό πόνημα, επιτυγχάνεται ενιαίο ύφος και ο λόγος ρέει αβίαστα και ότι στο βιβλίο υπάρχει ένα ασυνήθιστα για τα ελληνικά δεδομένα εκτενές και χρήσιμο ευρετήριο.

Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί. Είναι απαραίτητο απόκτημα όχι μόνο για τα σχολεία αλλά και για κάθε ελληνική βιβλιοθήκη, καθώς σε αυτό παρουσιάζεται με τρόπο άμεσο και απαράμιλλο συμπυκνωμένη όλη η ιστορία της αρχαίας Ελλάδας. Μόνο ένας κίνδυνος ελλοχεύει μετά την ανάγνωσή του: να στραφούν όλοι στις ιστορικές σπουδές.

Τετάρτη, Ιουνίου 08, 2011

Η διδασκαλία της αρχαιότητας



Στο περιοδικό "The Books' Journal" (τεύχος 8, Ιούνιος 2011) έδωσαν συνέντευξη στη φιλόλογο εκπαιδευτικό Μαρώ Τριανταφύλλου οι Δημήτρης Κυρτάτας και Σπύρος Ράγκος -συνεργάτες του προγράμματος "Αρχαιογνωσία & Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση" και συγγραφείς του εγχειριδίου Η Ελληνική αρχαιότητα: πόλεμος-πολιτική πολιτισμός. Ακολουθούν επιλεγμένα αποσπάσματα από τη συνέντευξη:

Κύριε Κυρτάτα, μιλάμε για ένα εγχειρίδιο ιστορίας του αρχαίου ελληνικού κόσμου σε μια περίοδο που το υπουργείο αλλάζει και πάλι τη δομή του λυκείου και την ύλη των μαθημάτων. Σε καλή ώρα, λοιπόν, εσείς και ο κ. Ράγκος προτείνετε ένα τρόπο μελέτης της ιστορίας από εφήβους και τους δασκάλους τους. Ποιος ήταν ο στόχος που είχατε γράφοντας το βιβλίο αυτό;

Δημήτρης Κυρτάτας: Το βιβλίο μας είναι καρπός συλλογικής προσπάθειας. Την ιδέα της σύνταξης μιας ολόκληρης σειράς πειραματικών εγχειριδίων, στο πλαίσιο ενός πρωτοποριακού προγράμματος, συνέλαβε και συντόνισε σε κάθε της βήμα ο φίλος καθηγητής Δημήτρης Μαρωνίτης. Το πρόγραμμα θα ολοκληρωθεί με την έκδοση ενός ακόμα βιβλίου [για την αρχαία ελληνική τέχνη] που αναμένεται σύντομα. Έτσι, για πρώτη φορά στα ελληνικά γράμματα θα κυκλοφορούν επτά τόμοι που θα καλύπτουν όλες τις πτυχές της αρχαιότητας και θα είναι διαθέσιμοι σε μαθητές και καθηγητές. Και βεβαίως σε όλους τους παράγοντες που ασχολούνται σήμερα με τις εκπαιδευτικές αλλαγές. [...]

Οι στόχοι μας είναι πολλοί. Ο βασικότερος πάντως διαφαίνεται, νομίζουμε, σαφώς ακόμα και με μια απλή φυλλομέτρηση του βιβλίου. Θέλαμε να ενοποιήσουμε τη διδακτέα ύλη της αρχαίας ιστορίας τόσο σε εύρος όσο και σε βάθος. Η ιδέα του τεμαχισμού των περιόδων, και μάλιστα η απόσπαση των ελληνιστικών και των ρωμαϊκών χρόνων από την κλασική περίοδο δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Η αρχαία ιστορία δεν πρέπει να υποδιαιρείται, και μάλιστα με υπόρρητη ή ρητή σύμβαση τη διάκριση των χρόνων της ακμής από τους χρόνους της παρακμής. Επίσης δεν μας βρίσκει σύμφωνους η παρουσίαση του πολιτισμού έξω και χωριστά από τα πολεμικά και πολιτικά συμφραζόμενα. Προσπαθήσαμε έτσι να μεταδώσουμε την ιδέα της συνέχειας και την ιδέα της ενότητας.

Ένας δεύτερος στόχος, που δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά, είναι η διαχείριση της ιστοριογραφίας ως ιστορικού υλικού. Εξηγούμαι: ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Ξενοφών, και πολλοί άλλοι λιγότερο γνωστοί ιστορικοί εμφανίζονται στο ιστορικό μας αφήγημα ως μέρος της ιστορίας. Υπενθυμίζουμε έτσι διαρκώς στον αναγνώστη ότι δεν αρκεί να ρωτά κανείς "τι συνέβη". Πρέπει επίσης πάντα να ρωτά και "πώς το ξέρουμε". Στο πλαίσιο ενός σχολικού εγχειριδίου αποφύγαμε πάντως τη συστηματική και αναλυτική τεκμηρίωση.

Κύριε Ράγκο, πώς θα ορίζατε το στόχο που είχατε όταν αποφασίσατε τη συμμετοχή σας στη συγγραφή αυτού του εγχειριδίου;

Σπύρος Ράγκος: Όταν μου έγινε η πρόταση συμμετοχής στη συγγραφή του εγχειριδίου, αισθάνθηκα, εκτός από μεγάλη τιμή, και ένα μεγάλο δέος. Πώς θα μπορέσουμε να συνοψίσουμε μια υπερχιλιετή ιστορία μέσα σε ένα τόμο με τρόπο εύληπτο; Και επιπλέον: πώς ακριβώς τα πολιτιστικά επιτεύγματα θα μπορούσαν να ενταχθούν οργανικά στην αφήγηση πολιτικο-στρατιωτικών γεγονότων, χωρίς να δίνουν την εντύπωση, όπως συμβαίνει συχνά, ότι αποτελούν ένα επουσιώδες παράρτημα, κάτι σαν "ουρά" στον βασικό κορμό της πολιτικής ιστορίας; Σε αυτές και άλλες παρόμοιες απορίες τη λύση μάς την έδωσε ο υπότιτλος του εγχειριδίου που θα γράφαμε. Το τρίπτυχο "πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός" παρείχε τη δυνατότητα να δούμε ολόκληρη των αρχαιοελληνική ιστορία, και όχι μόνο την πολιτικο-στρατιωτική, κάτω από το πρίσμα του αγώνα.

Ξέρετε η έννοια του αγώνος ήταν πολύ καίρια στην αρχαία ελληνική νοοτροπία. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν την τάση να βλέπουν αντιπαραθέσεις παντού, ακόμα και στα πιο ειρηνικά έργα. Ανέπτυξαν, ως εκ τούτου, την ικανότητα να κινητοποιούν τον ανταγωνισμό και τη φυσική άμιλλα με τρόπο άκρως παραγωγικό και ωφέλιμο, όπως δεν έγινε ποτέ άλλοτε σε τόσο έντονο βαθμό. Έτσι ιδωμένα τα έργα του πολιτισμού -από τις απαγγελίες των ομηρικών επών έως τους πανελλήνιους αγώνες της Ολυμπίας- δεν ήταν παρά η άλλη όψη του βίαιου πολέμου που διεξήγαγαν τόσο συχνά οι αρχαίες πόλεις μεταξύ τους. [...] Κύριος στόχος μου ήταν η ανάδειξη του ανταγωνιστικού πνεύματος που διαπνέει την αρχαία ελληνική ιστορία, σε όλες σχεδόν τις εκφάνσεις, και η επισήμανση των τρόπων με τους οποίους η φυσική επιθετικότητα μπορεί να μετατραπεί σε πολιτιστικό αγαθό.[...]

Στην εποχή της εικόνας και των "παραθύρων", κ. Κυρτάτα, γράφετε ένα βιβλίο χωρίς σχεδόν εικονογράφηση, μολονότι απευθύνεται προνομιακά στη νέα γενιά. Πρόκειται για μια πρόταση επιστροφής στη χαρά της αφήγησης και της παρακολούθησής της; Είναι μια συνειδητή, παιδαγωγική επιλογή και πρόταση;

Δ. Κ.: Η επιλογή μας είναι απολύτως συνειδητή. Αρκετοί μας έχουν ψέξει στο ζήτημα αυτό και δικαίως, εφόσον οι νέοι σήμερα διαβάζουν πολύ ευκολότερα εικόνες από ό,τι κείμενα. Ας πούμε ότι πρόκειται για μια προκλητική επιλογή. Σε μια εποχή που τα σχολικά εγχειρίδια κατακλύζονται από εικόνες, πίνακες και σχεδιαγράμματα έχουμε συχνά την αίσθηση ότι η ιστορική ύλη κατακερματίζεται και χάνει τη συνοχή της. Έχουμε την ελπίδα, πάντως, ότι δεν θα αποθαρρύνουμε όλους τους εν δυνάμει αναγνώστες μας. Και πάντως, όσοι αποφασίσουν να μας διαβάσουν, θα εκπλαγούν, πιστεύω ευχάριστα. Μπορεί να μην έχουμε εικόνες, αλλά το αφηγηματικό μας ύφος θυμίζει συχνά τα παιδικά παραμύθια. Το βιβλίο μπορεί να διαβάζεται ίσως δυσκολότερα από τα αντίστοιχα του είδους, απομνημονεύεται ωστόσο ευκολότερα.

Κύριε Ράγκο, στον κοινό πρόλογό σας τονίζετε ότι το βιβλίο σας είναι γραμμένο για ελληνικό κοινό. Δηλαδή, αν απευθυνόταν σε ένα άλλο κοινό -αγγλικό ή γαλλικό, ιταλικό ή αμερικανικό- θα προσεγγίζατε τον αρχαιοελληνικό κόσμο με διαφορετικό τρόπο, κι αν ναι, ποιος θα ήταν αυτός; Τώρα που απευθύνεστε στο ελληνικό κοινό, ποια μέθοδο προσέγγισης του υλικού χρησιμοποιείτε και με ποιο στόχο;

Σ. Ρ.: Ίσως η σημαντικότερη επιρροή που άσκησε η αρχαία Ελλάδα στη δυτική λογοτεχνία και τέχνη προέρχεται από το χώρο της μυθολογίας. Αν γράφαμε για ένα γαλλικό ή αγγλικό κοινό, θα θεωρούσαμε χρέος μας να δείξουμε τη συνάφεια της αρχαίας μυθολογίας με πτυχές της πολιτιστικής παραγωγής των εθνών αυτών. Η αρχαιοελληνική μυθολογία, όμως, δεν ήταν ένα "πολιτιστικό" φαινόμενο: ανήκε στο ευρύτερο πλέγμα των σχέσεων του ανθρώπου με τον υπεραισθητό χώρο που ονομάζουμε σήμερα "θρησκεία". Τονίζοντας τη σύνδεση των μύθων με τις θρησκευτικές γιορτές, τις ιερές πομπές και τη θεία λατρεία φέρνουμε στο προσκήνιο σχέσεις που είναι οικείες στους αναγνώστες μας, κάνοντας έτσι έκκληση σε μιαν αντίληψη πραγμάτων που είναι ακόμα ζωντανή στον τόπο μας - όπως δεν θα συνέβαινε με ένα γερμανικό ή αμερικανικό κοινό. [...] Γενικά μιλώντας, οι γνώσεις που διαθέτει ήδη το κοινό στο οποίο απευθύνεται το βιβλίο επηρεάζει σημαντικά τον τρόπο συγγραφής του. Το τι θα περιλάβει και τι θα παραλείψει κανείς είναι πάντοτε ζήτημα εκτίμησης και ορθού μέτρου.

Δείξατε ιδιαίτερη επιμέλεια να ισορροπήσετε την έκταση της ιστορικής αφήγησης μεταξύ περιόδων που, τουλάχιστον σε σχολικό επίπεδο, είναι πιο γνωστές (αρχαϊκά, κλασικά) και περιόδων λίγο πολύ άγνωστων (ελληνιστικά και κυρίως ρωμαϊκά). Η προσπάθεια αυτή έχει να κάνει με το γεγονός ότι επείγει να δει ο Νεοέλληνας μια εικόνα του παρελθόντος του, που περιλαμβάνει και στιγμές ήττας αλλά και μετατόπισης των κέντρων από τον ελλαδικό χώρο στην πολυπολιτισμική Ανατολή; Ή αποτελεί μέρος μιας συνειδητής προσπάθειας δυο ιστορικών που θέλουν να δείξουν δρόμους προς μια ανάγνωση της ελληνικής ιστορίας με οικουμενική διάθεση;

Δ. Κ.: Και τα δύο. Θα επιμείνω ωστόσο στο δεύτερο. Η εθνική ιστορία πρέπει να διδάσκεται ως μέρος της παγκόσμιας ιστορίας. Μόνο έτσι αποκτά πραγματικό νόημα. Ειδικότερα η αρχαία ελληνική ιστορία δεν μπορεί να γίνει σωστά κατανοητή παρά μόνο στο πλαίσιο των πολιτισμών που περιέβαλαν τον ελληνικό. Στο βιβλίο μας αποδώσαμε έτσι όσο μεγαλύτερη σημασία μπορούσαμε στην ιστορία δύο κόσμων σε αναμέτρηση και σε συνύπαρξη με τους οποίους εξελίχτηκαν οι Έλληνες.[...]

Σ. Ρ.: Για να εξισορροπήσω την απάντηση του Δημήτρη Κυρτάτα, θα έλεγα ότι οι περίοδοι υποτιθέμενης παρακμής είναι κάποτε πιο διδακτικές από τις εποχές ακμής, ιδιώς αν, όπως συμβαίνει συχνά, είναι γενικώς άγνωστες. Ειδικά το τι συνέβη στον ελλαδικό χώρο μετά τις κατακτήσεις του Αλεξάνδρου, τη σύσταση των ελληνιστικών βασιλείων και την έλευση των Ρωμαίων είναι ιδιαιτέρως σημαντικό αν θελήσει κανείς να κατανοήσει τις μακράς διάρκειας αλλαγές. Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στην αυτόνομη αρχαϊκή πόλη και τους θεούς της και ποια ανάμεσα στη ρωμαϊκή οικουμένη και τη λατρεία του αυτοκράτορα; Πώς και γιατί αναπτύχθηκαν οι μυστηριακές λατρείες της ελληνιστικής εποχής και της ύστερης αρχαιότητας; Τι ψυχικά και πνευματικά κενά ήρθαν να καλύψουν οι πολλές φιλοσοφικές σχολές που έριζαν μεταξύ τους κατά την ελληνιστική εποχή; Και από την άλλη μεριά: πώς μπόρεσαν οι Έλληνες να αντέξουν τη διάλυση του πατροπαράδοτου πλαισίου κάθε ευτυχισμένης και ολοκληρωμένης ζωής, δηλ. της αυτόνομης πόλεως; Ήταν πράγματι τόσο σημαντική η απώλεια αυτή ή μήπως η ήττα δημιούργησε τις προϋποθέσεις για νέους συλλογικούς και ατομικούς στόχους; Η ελληνιστική και η ρωμαϊκή περίοδος μας διδάσκουν τι παρέμεινε σταθερό μέσα στις κάποτε ραγδαίες αλλαγές και τι μετασχηματίστηκε κατ' ουσίαν, ενώ διατηρούσε απαράλλακτη την εξωτερική μορφή του. Αν σ' όλα τούτα προσθέσουμε ότι συχνά η πολιτιστική ανάπτυξη καθυστερεί έναντι της πολιτικής ή στρατιωτικής ακμής, θα κατανοήσουμε ότι μόνον η ενότητα του αρχαίου κόσμου δίνει το απαιτούμενο χρονικό εύρος για τη μάθηση που έχουμε ανάγκη [...].

Κύριε Κυρτάτα, παρότι έχουμε ενδείξεις πως οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν ότι ανήκουν σε μια ενιαία πολιτισμική ομάδα, από άποψη θρησκείας και γλώσσας τουλάχιστον, δεν παρουσίασαν ποτέ ενιαία πολιτική δομή ούτε ποτέ ενώθηκαν σε ενιαία πολιτική και νομική διοίκηση. Ποια ήταν η εικόνα που είχαν για τον εαυτό τους και πώς όριζαν τον εαυτό τους σε σχέση με τον Άλλον;

Δ. Κ.: Αυτό που λέτε είναι πολύ σωστό. Οι Έλληνες δεν είχαν καμιά αμφιβολία ότι ανήκουν στην ίδια πολιτισμική ομάδα. Εξετάζοντας ωστόσο την ιστορία τους σε μια μακρά διάρκεια χιλίων διακοσίων περίπου χρόνων, διαπιστώνουμε κάτι πολύ ενδιαφέρον. Στη λεγόμενη αρχαϊκή και κλασική εποχή η πολιτική τους συγκρότηση ήταν "υποεθνική", πολλές πόλεις ανεξάρτητες μεταξύ τους. Ήδη ωστόσο από την κλασική εποχή γίνονταν πολλές προσπάθειες να επιβάλλουν οι ισχυρές πόλεις (κυρίως η Σπάρτη και η Αθήνα) μια ευρύτερη πολιτική ενότητα. Τη λεγόμενη ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή πάντως η κατάσταση ήταν τελείως διαφορετική. Η πολιτική συγκρότηση ήταν "υπερεθνική", εφόσον οι Έλληνες βρέθηκαν ενταγμένοι σε πολυεθνικά και πολυφυλετικά βασίλεια και στην επίσης πολυεθνική ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Μολονότι είναι δύσκολο να αποφανθεί κανείς με βεβαιότητα στα θέματα αυτά, έχω την αίσθηση ότι η πολιτισμική ενότητα ήταν ισχυρότερη στη δεύτερη περίπτωση. Οι Έλληνες που βρέθηκαν να κατοικούν στην περσική αυτοκρατορία, τα ελληνιστικά βασίλεια ή τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία έδειχναν συχνά μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την ιστορία του πολιτισμού τους από ό,τι οι Έλληνες που ζούσαν σε αυτόνομες πόλεις. Αλλά αυτό είναι κάτι που θέλει περισσότερη διερεύνηση.

Κύριε Ράγκο, ένα πολύ σημαντικό ζήτημα -που σας απασχολεί ιδιαιτέρως στο βιβλίο-είναι η συνάντηση των Ελλήνων με τον χριστιανισμό. Με δεδομένο το μεγάλο ζήτημα που δημιουργήθηκε στις απαρχές του νέου ελληνικού κράτους για την προτεραιότητα του "χριστιανικός" απέναντι στο "ελληνικός", ή το αντίθετο, πόσο γόνιμη ήταν αυτή η συνάντηση και τι έδωσε στους Έλληνες, συνηθισμένους στην ιδιότυπη ανεξιθρησκεία της αρχαίας θρησκείας, η σταδιακή αποδοχή του χριστιανισμού;

Σ. Ρ.: Κατ' αρχάς θα ήθελα να κάνω μια μικρή διόρθωση. Αυτό που αναφέρατε ως "ιδιότυπη ανεξιθρησκεία" δεν ήταν παρά η "ανοικτότητα" της αρχαίας θρησκείας να δεχτεί ότι ένας συγκεκριμένος άνθρωπος μπορεί να αισθάνεται μια μεγαλύτερη εγγύτητα ή προσήλωση προς κάποια θεότητα έναντι των άλλων και να την ερμηνεύει με τον δικό του τρόπο. Το βασικό ζήτημα δεν ήταν τι λες αλλά τι κάνεις. Η αρχαία θρησκευτικότητα μπορούσε να αποδεχτεί επίσης ότι κάποια θεία δύναμη έχει αγνοηθεί ή παραμεληθεί. Το πάνθεον ήταν ανοικτό σε προσθήκες και νέες συνθέσεις. Κατά τα άλλα, η αρχαία θρησκεία δεν ήταν καθόλου ανεξίθρησκη, όπως αποδεικνύουν οι αρκετές καταγγελίες για ασέβεια στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ., τα σκάνδαλα των Ερμοκοπιδών και της βεβήλωσης των Ελευσίνιων μυστηρίων, και φυσικά η περίφημη καταδίκη του Σωκράτη.[...] Παρά ταύτα, αναγνωρίζω ότι η αρχαία θρησκεία δεν είχε ούτε τη διάθεση ούτε τα μέσα να επιβάλει κάποια ορθή πίστη, κάποια ορθοδοξία. Όμως, το μέλημα της αλήθειας ήταν τόσο έντονο στους Έλληνες -και εκφράστηκε με πάθος και στη φιλοσοφία και στην επιστήμη- ώστε, όταν το αρχικό σφρίγος του πνεύματός τους παρήλθε, άρχισαν να υποκύπτουν σε ιερά κείμενα και θεόθεν αυθεντίες. Αυτό μάλιστα δεν έγινε μόνον με όσους ασπάστηκαν τον χριστιανισμό. Οι πλατωνικοί της ύστερης αρχαιότητας αποδέχτηκαν επίσης θεόπνευστες γραφές (τα χαλδαϊκά λόγια, τις ορφικές θεογονίες, κτλ). [...]

Αυτό που, κατά τη γνώμη μου, γοήτευσε κάποιους Έλληνες με τον χριστιανισμό ήταν η αδιαλλαξία του και η ατράνταχτη πεποίθηση των οπαδών του ότι κατέχουν σύμπασα την αλήθεια. Το ασυμβίβαστο της χριστιανικής πίστης με συμμετοχή σε οποιαδήποτε άλλη μυστηριακή λατρεία και ο τρόπος με τον οποίο οι χριστιανοί αψηφούσαν τον θάνατο υποδείκνυε μια απολυτότητα, αντίστοιχη της οποίας δεν βρίσκουμε παρά μόνον σε ορισμένους φιλοσόφους. Αλλά η φιλοσοφία ήταν για τους λίγους. Η άλλη παράμετρος που συνέβαλε στον εκχριστιανισμό των Ελλήνων ήταν η μέριμνα για το μέλλον της ατομικής ψυχής μετά τον θάνατο. Στην αρχαϊκή και κλασική Ελλάδα η μέριμνα αυτή ικανοποιούνταν, όσο μπορούσε να ικανοποιηθεί, με τη μύηση στα Ελευσίνια, τα Ορφικά ή άλλα μυστήρια. Όμως έχουμε βάσιμους λόγους να πιστεύουμε ότι η αθανασία που υπόσχονταν τα αρχαία μυστήρια ήταν βασισμένη στον φυσικό κύκλο της αναγέννησης των εποχών και της βλάστησης. Με άλλα λόγια, τα μυστήρια παρείχαν στον μύστη μια βιωματική θέαση της θέσης του ατόμου μέσα στην καθολική τάξη του σύμπαντος κόσμου. [...]

Με την ενδυνάμωση της αξίας του ατόμου κατά τη ρωμαϊκή εποχή γεννήθηκε, ή μάλλον ενδυναμώθηκε, μια παλαιότερη τάση για επιμέλεια του εαυτού και φροντίδα των όσων πρόκειται να συμβούν τόσο εδώ όσο και στο επέκεινα. Από την άλλη μεριά, αναζητώντας λόγους πνευματικούς σχετιζόμενους με το παρελθόν, δεν πρέπει να παραβλέπουμε τη σημασία της πολιτικής επιβολής του χριστιανισμού ως μόνης αποδεκτής θρησκείας στην ύστερη ρωμαϊκή οικουμένη, μιας επιβολής που δεν έγινε χωρίς σθεναρές αντιστάσεις από την πλευρά των "ειδωλολατρών". Τώρα, με το δεδομένο ότι οι Έλληνες εκχριστιανίστηκαν ή, έστω, αναγκάστηκαν να ασπαστούν τη νέα θρησκεία, δεν είναι διόλου περίεργο ότι θέλησαν, ασυνειδήτως ως επί το πολύ, να εισαγάγουν στον χριστιανισμό στοιχεία που προέρχονταν από την προγενέστερη θρησκευτική τους εμπειρία. Πιστεύω ότι τα στοιχεία αυτά μπορούν να συνοψιστούν στο εξής αίτημα: στην εκ νέου ιεροποίηση του φυσικού κόσμου, ή, σε θεολογικότερη διατύπωση, στην απάλειψη του χάσματος μεταξύ θεού και κόσμου, Πλάστη και κτίσης [...].

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 08, 2010

"Πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός" στην Πάτρα




Το βιβλιοπωλείο "Πολύεδρο" της Πάτρας (οδός Κανακάρη 147) διοργανώνει, στις 10 Δεκεμβρίου και ώρα 7.30 μμ. στον χώρο του, εκδήλωση για την παρουσίαση του νέου βιβλίου των Δ. Κυρτάτα και Σπ. Ράγκου "Η ελληνική αρχαιότητα. Πόλεμος, πολιτική, πολιτισμός". Το έργο, που συντελέστηκε στο πλαίσιο του προγράμματος "Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση", κυκλοφορεί από τις εκδόσεις του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών - Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (Θεσσαλονίκη, 2010, σελ. 419).

Στην εκδήλωση θα μιλήσουν: οι δύο συγγραφείς του εγχειριδίου (Δ. Κυρτάτας, καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας του Πανεπ. Θεσσαλίας & Σπύρος Ράγκος, αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπ. Πατρών), ο Δ. Ν. Μαρωνίτης, συντονιστής - υπεύθυνος του προγράμματος "Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση, ομ. καθηγητής στο Α.Π.Θ.) και η Γιάννα Σιβροπούλου - Καπλάνη, φιλόλογος - σχολική σύμβουλος.

Η φιλόλογος Αντιόπη Αργυρίου-Κασμερίδη, σε πρόσφατη κριτική παρουσίαση του εγχειριδίου (περ. "Νέα Παιδεία", τεύχ. 135: 2010, σσ. 148-151), μεταξύ άλλων, γράφει: "Πρόκειται για ένα πολύτιμο βοήθημα αρχαιογνωστικής μελέτης, χρήσιμο για τον διδάσκοντα της Αρχαίας ιστορίας (όχι μόνο στο Γυμνάσιο) που θέλει να ενισχύσει το γνωστικό του φορτίο, για τον μαθητή που επιλέγει να εμβαθύνει αλλά και να απολαύσει την ιστορία της ελληνικής αρχαιότητας μακριά από το άγχος των σχολικών εξετάσεων και των διαγωνισμάτων, αλλά και για οποιονδήποτε άλλον εμπνέεται από αυτήν την εποχή και επιθυμεί την ελεύθερη περιδιάβασή του χωρίς να εγκλωβίζεται σε βιβλιογραφικές παραπομπές και αυστηρά ακαδημαϊκά κριτήρια".

Παρασκευή, Απριλίου 16, 2010

Η ελληνική αρχαιότητα: πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός





Κυκλοφορεί από το Ίδρυμα Μ. Τριανταφυλλίδη-ΙΝΣ, στο πλαίσιο του προγράμματος "Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Έκπαίδευση" το έκτο εγχειρίδιο της σειράς με τίτλο "Η ελληνική αρχαιότητα: πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός". Συντάκτες του οι πανεπιστημιακοί καθηγητές: Δημήτρης Ι. Κυρτάτας (πανεπιστήμιο Θεσσαλίας) και Σπύρος Ι. Ράγκος (πανεπιστήμιο Πατρών). Στον Πρόλογο του εγχειριδίου (σσ. 11-18), από όπου και τα επόμενα αποσπάσματα, οι συγγραφείς εξηγούν τη μέθοδο της δουλειάς τους:

"Συνεχίζοντας τη σειρά "Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση", το εγχειρίδιό μας παρουσιάζει την ελληνική αρχαιότητα από τον 8o αιώνα π.X. έως τον 4o αιώνα μ.X., μέσα από τη συγκεκριμένη οπτική γωνία που δηλώνεται στο τρίπτυχο του υπότιτλου: πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός. Oι δύο πρώτοι όροι του τριπτύχου είναι αρχαιοελληνικοί, ενώ ο τρίτος αποτελεί σημασιολογικό δάνειο της νέας ελληνικής από τον γαλλικό όρο civilisation. Η σύνθεσή τους δείχνει έμμεσα ότι ο θεματικός πυρήνας του εγχειριδίου συμπλέκεται αναγκαία με την σύγχρονη συζήτηση περί ιστοριογραφίας.

Ο πόλεμος ήταν πανταχού παρών σε όλες τις κοινωνίες του παρελθόντος, αλλά ειδικά στην ελληνική αρχαιότητα απέκτησε τεράστιες ιδεολογικές διαστάσεις. Εκεί, η ίδια η ανθρώπινη ζωή παρομοιάστηκε με αγώνα και ο πόλεμος έφτασε να αναγορευτεί "βασιλιάς και πατέρας των πάντων". H πρακτική και θεωρητική σημασία του πολέμου στην αρχαιοελληνική κοινωνία δείχνει γιατί η ιστορία των μαχών και των πολεμικών (με έργα και με λόγια) διενέξεων αποτελεί κατάλληλο δρόμο για την επίτευξη μιας συνάντησης με το συγκεκριμένο ιστορικό παρελθόν.

Ως ουσιαστικοποιημένο επίθετο, πολιτική στα αρχαία ελληνικά σήμαινε τη γνώση των δημόσιων πραγμάτων, των ζητημάτων που αφορούν την κοινωνία συνολικά. Η λέξη προήλθε από μια συγκεκριμένη κοινωνική οργάνωση: το ιδιότυπο ιστορικό μόρφωμα της αυτόνομης (ιδεωδώς οικονομικά ανεξάρτητης και διοικητικά ελεύθερης) πόλεως. Αυτή ήταν η πολιτική κοινωνία. Σε αυτή ειδικά την κοινωνική μορφή, και όχι αδιακρίτως σε κάθε μορφή κοινωνίας, πίστευαν ορισμένοι αρχαίοι φιλόσοφοι ότι ο άνθρωπος εκπληρώνει την ουσία του.

Ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής δραστηριότητας των αρχαίων πόλεων αφορούσε ζητήματα πολέμου και ειρήνης. Και ένα μεγάλο μέρος των πολέμων που διεξήγαγαν οι πολίτες, αφορούσε οργανωμένες συγκρούσεις που συνέβαιναν ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις ή τα ελληνιστικά βασίλεια. H αρχαία ελληνική πολιτική νοοτροπία, με τη μεγάλη έμφαση που έδινε στην αυτονομία των πολιτικών επικρατειών, συνδεόταν εγγενώς και εσωτερικά, όχι απλώς επιφανειακά ή εξωτερικά, με τον πόλεμο.

Στην αρχαία ελληνική γλώσσα ─και την πνευματική παράδοση που διαμορφώθηκε μέσα της─ δεν υπήρχε ειδική λέξη για τον πολιτισμό. Mε τον τελευταίο από τους τρεις όρους του τριπτύχου εισάγεται μια ιδέα σχεδόν άγνωστη στην αρχαιότητα. Η έννοια του πολιτισμού, αντίθετα με τις ιδέες του πολέμου και της πολιτικής, είναι έννοια της νεότερης ευρωπαϊκής ιστορίας. Ως πολιτισμός εννοείται άλλοτε το σύνολο των στοιχείων που απαρτίζουν τη ζωή ενός λαού σε μια συγκεκριμένη περίοδο και σε αντιδιαστολή με τον τρόπο ζωής άλλων λαών, και άλλοτε μόνον τα ανώτερα επιτεύγματα του πνεύματος στον χώρο των γραμμάτων, των επιστημών και των τεχνών.

Στο τρίπτυχο του εγχειριδίου μας, ο πολιτισμός εκλαμβάνεται αρχικά με την ευρεία έννοια για να δηλώσει την αρχαιοελληνική νοοτροπία, το κοσμοείδωλο, τη στάση ζωής των περισσοτέρων ανθρώπων ─ κυρίως των ανθρώπων που επικράτησαν, με τα έργα ή τα λόγια τους, και σημάδεψαν τις αντιλήψεις συγχρόνων και μεταγενεστέρων. Ωστόσο, στην αρχαία ελληνική κοινωνία, η ποίηση, η φιλοσοφία και οι τέχνες, αν και ανώτερα επιτεύγματα διακεκριμένων ποιητών, στοχαστών και καλλιτεχνών, διέπνεαν σε μεγάλο βαθμό την κοινωνία και καθόριζαν τάσεις και στάσεις. Eπίσης, η ελληνική αρχαιότητα έχει μείνει στην ιστορία ως η εποχή που ενέπνευσε κατ’ επανάληψη αναγεννήσεις σε μεταγενέστερους πολιτισμούς. Για τους δύο αυτούς λόγους, στην αφήγησή μας περιλάβαμε τη μνημόνευση εκείνων των επιτευγμάτων του πνεύματος (γραμματειακών ειδών, καλλιτεχνικών μορφών, φιλοσοφικών δοξασιών, επιστημονικών ανακαλύψεων) που απέκτησαν μεγάλη αξία από τις χρήσεις και επαναχρήσεις που τους επεφύλασσε το μέλλον, είτε είχαν πάνδημο χαρακτήρα, είτε δεν εξέφραζαν παρά λίγους. Μέριμνά μας, πάντως, ήταν να δείξουμε και αυτών των επιτευγμάτων την σχέση, αν υπήρχε ή μπορούσε να διαφανεί, με τις πολιτικές συνθήκες και τα πολεμικά συμβάντα της εποχής τους. Στη νεωτερική σφαίρα του πολιτισμού ήταν το αρχαιοελληνικό δίπολο του πολέμου και της πολιτικής [...]".

"Κάθε ματιά στο παρελθόν γίνεται από ορισμένη προοπτική θέασης που διανοίγεται στο παρόν. Απροϋπόθετη θέαση (ή αλλιώς: ματιά από το πουθενά) δεν υπάρχει. Tη δική μας στάση καθόρισαν τρεις παράγοντες: η νεοελληνική πραγματικότητα γενικά και το νεανικό κοινό στο οποίο απευθύνεται το βιβλίο ειδικότερα, τα οπωσδήποτε επιστημονικά, αλλά ποτέ αναντίρρητα ή απόλυτα, δεδομένα της σύγχρονης έρευνας και της σχετικής βιβλιογραφίας, και η βιωματική ματιά των αρχαίων συγγραφέων, ιστορικών ή άλλων, στους οποίους βασιζόμαστε.

Η νεοελληνική κοινωνία βρίσκεται σε μια ιδιότυπη σχέση με το αρχαιοελληνικό παρελθόν. Σε σύγκριση με άλλες κοινωνίες, δυτικές ή μη, η γνώση που διαθέτει ο μέσος Nεοέλληνας για την αρχαία Eλλάδα είναι αυξημένη. Tο γεγονός αυτό καθιστά αναγκαία τη συμπερίληψη γεγονότων με συμβολική σημασία, τα οποία, εξεταζόμενα από καθαρά ιστορική άποψη, θα μπορούσαν να θεωρηθούν δευτερεύοντα και να λείπουν από ένα εγχειρίδιο. Aπό την άλλη, η ιδεολογική οικειοποίηση του αρχαιοελληνικού παρελθόντος από τη νεοελληνική κοινωνία είχε ως συνέπεια τον περιορισμό των γενικών γνώσεων αρχαίας ιστορίας στους τομείς εκείνους που δεν συγκρούονταν με άλλα δεδομένα της - υπό συγκρότηση ή μερικώς συγκροτημένης- νεοελληνικής ταυτότητας. Aπό το μεγαλείο της αρχαίας Eλλάδας που προσφέρεται στον μαθητή ή τον φοιτητή λείπουν κάποτε οι αρνητικές όψεις του αρχαίου κόσμου, κυρίως όσες είναι λιγότερο συμβατές ή συμβιβάσιμες με τα ισχύοντα ιδανικά. Λείπουν επίσης γνώσεις για εποχές υποτιθέμενης παρακμής, όπως η ύστερη ελληνιστική περίοδος και η εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας. Aυτές όμως οι όψεις και οι εποχές αποτελούν οργανικό τμήμα της αρχαίας ελληνικής ιστορίας και ταυτόχρονα μπορούν να λειτουργήσουν ως φωτοσκίαση, καθιστώντας το παρελθόν ανάγλυφο, ζωντανό και διδακτικό. Μολονότι δεν είχαμε την ευχέρεια να καλύψουμε με τρόπο εξίσου συστηματικό όλες τις περιόδους της ελληνικής αρχαιότητας, επιλέξαμε να φέρουμε στο προσκήνιο, άλλοτε υπαινικτικότερα και άλλοτε με πιο άμεσο τρόπο, ορισμένες παραμελημένες πλευρές της [...]".

"Δεν υιοθετήσαμε πλήρως την υπερκριτική στάση της σύγχρονης έρευνας. Ενδιαφερθήκαμε συχνά να αποδώσουμε τι παραδίδουν οι αρχαίοι συγγραφείς, πώς και γιατί το ισχυρίζονται, χωρίς να συσχετίζουμε πάντοτε τα λεγόμενά τους με τα πορίσματα της νεότερης ακαδημαϊκής ορθοδοξίας. Ένα από τα μελήματά μας ήταν οι τρόποι πρόσληψης παρόντος και παρελθόντος (αμεσότερου ή μακρινότερου) από τους ίδιους τους Έλληνες. Eπινοημένοι θρύλοι και μεταγενέστερα ανέκδοτα εκτίθενται ενίοτε ως στοιχεία ενδεικτικά του αρχαίου τρόπου σκέψης. Παραθέματα από τις αρχαίες πηγές φωτίζουν σε αρκετές περιπτώσεις αμεσότερα το θέμα ή το κλίμα μιας εποχής με τρόπο άμεσο. Eιδικά οι αρχαίοι ιστορικοί έχουν τεθεί στο επίκεντρο της αφήγησής μας και μνημονεύονται τακτικά για να υπενθυμίζουν στον αναγνώστη το αυτονόητο: ότι η ιστορία βασίζεται σε πηγές [...]".

"Σε αντίθεση με τον συρμό των διδακτικών εγχειριδίων, όπου φωτογραφίες, σχέδια, έγχρωμα πλαίσια και λεζάντες προσφέρονται για να διαφωτίσουν τον αναγνώστη, αλλά δρουν επίσης ανταγωνιστικά προς το κυρίως κείμενο και διασπούν την ενότητα της ανάγνωσης, ακολουθήσαμε τον παραδοσιακότερο δρόμο της συνεχούς αφήγησης, που διακόπτεται μόνο στις αρθρώσεις και τους αρμούς της για να διευκολυνθεί η μελέτη.

Στην περιοδολόγηση της αρχαίας ιστορίας ακολουθήσαμε την καθιερωμένη πλέον διάκριση σε τέσσερις βασικές εποχές (αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική, ρωμαϊκή). Θελήσαμε όμως να υπογραμμίσουμε τη συνέχεια μέσα στις σχηματικές διαφοροποιήσεις των περιόδων. Mέλημά μας ήταν η ανάδειξη της βασικής ενότητας που παρουσιάζει ελληνική αρχαιότητα, παρ’ όλες τις συνεχείς αλλαγές και μεταβάσεις. Για να επισημανθεί η ενότητα μέσα στη διαφορά, άλλοτε παρουσιάζουμε πρωθύστερα την εξέλιξη ενός πολιτικού θεσμού από τις πρώτες απαρχές του έως την ολοκληρωμένη του μορφή, και αλλού εκθέτουμε μια προγενέστερη ιδέα με καθυστέρηση, όταν ακριβώς φαίνεται ότι κατόρθωσε να ριζώσει στη συνείδηση πολλών ανθρώπων. Ενώ από την άποψη της δημιουργικής πρωτοτυπίας και του "πρώτου ευρετή", η χρονολογική σειρά είναι αναγκαία τόσο στα πολιτικά και στρατιωτικά όσο και στα πολιτιστικά γεγονότα, όταν το ενδιαφέρον μετατοπιστεί στην απήχηση και τις επιδράσεις που είχε μια πρωτοπόρα ιδέα, η χρονολογική διαδοχή καθίσταται παραπλανητική. Γενικά, οι πολιτιστικές εξελίξεις είτε αποτελούν συνέπειες προγενέστερων κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών, είτε δείχνουν προς το μέλλον. O συγχρονισμός τους με το εκάστοτε παρόν δεν είναι πάντοτε ο ασφαλέστερος τρόπος για να φανεί η σημασία τους. Πάντως, αντί να αναφερόμαστε γενικά σε εποχές, προτιμήσαμε να αναφέρουμε, όπου ήταν εφικτό, συγκεκριμένους αιώνες ή χρονιές, ιδίως όταν αυτές αποτελούν δείκτες και επισημαίνουν σταθμούς. Oι εποχές είναι επινοήσεις του ανθρώπινου μυαλού, τα έτη και οι εκατονταετίες αντικειμενικά δεδομένα της χρονικής ροής [...]".
Οι ενδείξεις Κ (= Κυρτάτας) και Ρ (=Ράγκος) υποδηλώνουν τον συγγραφέα κάθε υποκεφαλαίου.


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος του συντονιστή της σειράς
Πρόλογος των συγγραφέων

Πρώτο μέρος
Αρχαϊκή εποχή


1. Πόλεις και αποικίες

Την πόλη περιβάλλουν πυργωμένα τείχη (Κ)
Την οργή ψάλλε, θεά, του Αχιλλέα (Ρ)
Όταν οι Πλειάδες ανατέλλουν αρχίζει ο θερισμός (Κ)
Όλοι σχεδόν οι θεοί ήρθαν από την Αίγυπτο (Ρ)
Η Πυθία έδωσε χρησμό να κτιστεί μια αποικία (Κ)
Είναι ωραίο να πεθαίνει ο γενναίος άνδρας πέφτοντας στην πρώτη γραμμή (Κ)
Με το γλυκό τους χάρισμα με προίκισαν οι Μούσες (Ρ)
Aλλά όταν λάμψη από τον Δία κατεβεί… (Ρ)
Πάντα πλήρη θεών (Ρ)

2. Νομοθέτες και τύραννοι

Να συγκαλείς τη συνέλευση των πολιτών σε διαστήματα τακτά (Ρ)
Ένας μεγάλος βράχος έπεσε πάνω στους άρχοντες (Κ)
Η πόλη παραμένει ίδια αλλά οι κάτοικοί της έχουν αλλάξει (Ρ)
Στάθηκε στη μέση προβάλλοντας τη δυνατή του ασπίδα (Κ)
Κυβέρνησε την πόλη στολίζοντάς την όμορφα και ταιριαστά (Ρ)
Επειδή την εξουσία την ασκεί ο δήμος, το πολίτευμα ονομάζεται δημοκρατία (Κ)
Το άριστο πολίτευμα (Κ)
Tρισευτυχισμένοι οι θνητοί που πάνε στον Άδη μυημένοι (Ρ)
Άραρα Χάραρα (Ρ)
Ο πόλεμος είναι ο πατέρας και ο βασιλιάς των πάντων (Ρ)

Δεύτερο μέρος
Κλασική εποχή


3. Από τους Περσικούς πολέμους στον Πελοποννησιακό πόλεμο

Επάνω σε μια χάλκινη πλάκα ήταν χαραγμένος ο χάρτης όλης της γης (Κ)
Πολλά δεινά άρχισαν και για τους Έλληνες και για τους βαρβάρους (Κ)
Αγαπάμε το ωραίο διακριτικά (Ρ)
Την ημέρα εκείνη άρχισαν μεγάλες συμφορές για τους Έλληνες
Αυτά που έγιναν και θα γίνονται πάντοτε (Ρ)
Ο λόγος είναι μεγάλος δυνάστης (Ρ)

4. Από τα Κούναξα στη Χαιρώνεια

Βαδίζοντας εναντίον του πέρση βασιλιά (Κ)
Η ήττα των Σπαρτιατών στο μνήμα των παρθένων (Κ)
Κάθε πόλη αποτελείται από οικογένειες (Ρ)
Μια εράσμια χάρη έβαλε το χέρι της (Κ)
Εγκωμιάζοντας την ορθή φιλοσοφία (Ρ)
Το δέκατο τρίτο θεϊκό άγαλμα (Κ)

Τρίτο μέρος
Ελληνιστική εποχή


5. Από τον Αλέξανδρο στον Πύρρο

Μια λαμπερή αστραπή (Κ)
Όμορφος και φιλοκίνδυνος (Κ)
Από την ίδια τους τη φύση οι άνθρωποι επιθυμούν γνώση (Ρ)
Πόδια από σίδερο και πηλό (Κ)
Εάν ο Αλέξανδρος είχε περάσει στην Ιταλία (Κ)

6. Η έλευση των Ρωμαίων

Οι μαθητές που ξεπερνούσαν τους δασκάλους (Κ)
Τρεις εθνικές ομάδες κατοικούν στην πόλη αυτή (Ρ)
Μέσα σε πενήντα τρία χρόνια (K)
Η απελευθέρωση των Ελλήνων (Κ)
Μια αυτοκρατορία με όρια τους ωκεανούς (Κ)
Δώσε μου σημείο να σταθώ (Ρ)
Να εξηγείς τον Όμηρο με βάση τον Όμηρο (Ρ)
Εγώ είμαι η βασίλισσα του κόσμου (Ρ)

Τέταρτο μέρος
Ρωμαϊκή εποχή


7. Η ρωμαϊκή ηγεμονία

Η ωμότητα των δούλων είναι ανταπόδοση αδικημάτων (Κ)
Δεν είναι καλό να υπάρχουν πολλοί καίσαρες (Κ)
Η κατακτημένη Ελλάς κατέκτησε τον άγριο νικητή της (Ρ)
Εγώ ειμί η άμπελος η αληθινή (Κ)
Ας βρούμε τα σημάδια που αποκαλύπτουν κατάλληλα την ψυχή του καθενός (Ρ)

8. Η ύστερη αρχαιότητα

Όπως οι ηθοποιοί της τραγωδίας (Κ)
H πατρίδα μας είναι εκεί απ΄ όπου ήρθαμε, και ο Πατέρας μας εκεί (Ρ)
Για να διάκειται ευμενώς η θεότητα στην αυτοκρατορία (Κ)
Επιθυμούμε να κλείσουν όλοι οι ναοί και να απαγορευθούν οι θυσίες (Κ)
Ήρθε η ώρα για να δοξαστεί ο Υιός του Ανθρώπου (P)

Επιλεγόμενα (Κ & Ρ)
Χρονολόγιο
Ευρετήριο

Χάρτες

Η Ελλάδα με τις αποικίες της
Η Ελλάδα κατά πόλεις και έθνη πριν από τους Περσικούς Πολέμους
Οι κατακτήσεις του Αλέξανδρου
Τα Ελληνιστικά Βασίλεια
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατά τη μέγιστη ακμή της
Το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος μετά τον θάνατο του Θεοδοσίου