Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο, Ιουνίου 19, 2010

Σχολικές μεταφράσεις: "όπως όπως"



Το πιο λογοκριμένο κεφάλαιο της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών στη δ.ε. παραμένει εδώ και χρόνια η ενδογλωσσική μετάφραση. Παρά το γεγονός ότι η μεταφραστική διαδικασία (από τα αρχαία στα νέα) εξετάζεται και αξιολογείται τόσο στις ενδοσχολικές όσο και στις πανελλαδικές εξετάσεις, τα επίσημα προγράμματα σπουδών και οι σχεδιαστές τους τηρούν υποκριτική σιωπή ως προς τη διδασκαλία της. Αποτέλεσμα: η νομιμοποίηση στο γυμνάσιο και λύκειο κάθε είδους μεταφραστικής κακογλωσσίας, η οποία αναπαράγεται και από το σύστημα της παραπαιδείας και τις φυλλάδες. Δεν έχει παρά να δει κανείς τα πρότυπα παραδείγματα της μεταφραστικής "αργκό", που δημοσιεύονται κάθε χρόνο στον Τύπο, με το τέλος της πανελλαδικής εξέτασης των υποψηφίων της θεωρητικής κατεύθυνσης στο "γνωστό" και "άγνωστο" κείμενο. Και δεν συγκινούν κανένα. Όσο για το "αδιάβλητο" των πανελλαδικών εξετάσεων, δεν επιτρέπει μέχρι σήμερα να παρουσιαστούν σχετικά (αξιολογημένα ως άριστα και επαρκή) δείγματα.

Απέναντι στο παρατεινόμενο εδώ και χρόνια προβληματικό αυτό πλαίσιο δεν είναι ίσως άσχετο ότι, όσοι μίλησαν συστηματικά και κριτικά για το πώς μπορούν να μεταφραστούν οι κλασικοί στην εκπαίδευση, προέρχονταν από τον χώρο του παραδοσιακού και νεοτερικού δημοτικισμού. Ο αείμνηστος Ι. Θ. Κακριδής, το 1936, στο Μεταφραστικό Πρόβλημα, έγραφε (σσ. 5-10): Πόση σημασία μορφωτική κλείνει η μετάφραση σαν ενέργεια, αυτό είναι κάτι που καιρό τώρα έπρεπε να το έχει αντικρύσει παράλληλα το σχολείο σαν ένα από το πιο κεντρικά προβλήματα των γλωσσικών μαθημάτων. Στο γυμνάσιο μεταφράζονται πλήθος Έλληνες και Λατίνοι κλασσικοί, πεζοί και ποιητές. Και όμως ούτε η καθημερινή σχολική πράξη στάθηκε αφορμή για τη δημιουργία μιας μεταφραστικής θεωρίας. Τη μετάφραση δεν την είδε το σχολείο καθόλου σα δύναμη μορφωτική. Ο λόγος είναι ότι δεν καταπιαστήκαμε ποτέ οι ίδιοι εμείς οι φιλόλογοι με μια τέτοια προσπάθεια με τα σωστά-μας, έτσι που να νιώσουμε πάνω-μας πρώτα τη μεγάλη-της ωφέλεια. Αν υπάρχει εδώ κι εκεί καμιά εξαίρεση, η κατάσταση δεν αλλάζει. Τη μετάφραση το σχολείο τη χρησιμοποιεί μονάχα για να βοηθήσει το μαθητή να καταλάβει όπως όπως το νόημα του κειμένου, είτε -στην εξέταση- για να φανεί, ότι το κατάλαβε. Την ώρα λοιπόν που εξυπηρετεί πρόσκαιρους μονάχα σκοπούς και δεν είναι να γίνει γνωστή σε πλατύτερο κύκλο, ποιος ο λόγος να κουραστούμε λέει, παιδιά και δάσκαλοι, γι αυτή;

Πόσο πρόχειρα κι απρόσεχτα γίνεται η επεξεργασία της μετάφρασης στα σχολεία μπορεί να καταλάβει κανείς εύκολα, άμα ακούσει πώς μεταφράζει ο απόφοιτος γυμνασίου [σήμερα του λυκείου] και τον πιο απλό συγγραφέα, ακόμα περισσότερο όταν του ζητήσεις να τον αποδώσει στη δημοτική [...] Είτε δημοτική όμως είτε καθαρεύουσα, μια φορά η σχολική μεταφραστική γλωσσα δεν είναι ελληνική. Είναι μια γλώσσα άψυχη, ακατάστατη, κωμική στην ασυνέπειά-της και προπαντός στον τρόπο που σχηματίζει τις περίοδές-της. Δουλικά υποταγμένη στη φράση του πρωτότυπου έργου, που τη βλέπει σαν ένα μηχανικό άθροισμα από λέξες, όχι σαν ένα οργανικό σύνολο, πασκίζει να κρατήσει την πολύπλοκη φράση του αρχαίου αναλύοντας τις μετοχές στερεότυπα σε δευτερεύουσες πρότασες (αφού, επειδή...) και τρομάζοντας μην τύχει και αλλάξει καμμιάς λέξης ή καμμιάς φράσης τη θέση που έχει στο κείμενο [...]

Μην έχοντας καμμιά πίστη στην αξία της μετάφρασης, αποφεύγοντας να τη δουλέψουμε συστηματικά, χρησιμοποιώντας-την αποκλειστικά για μια χοντροκομμένη κατανόηση του πρωτότυπου, στερήσαμε και τον εαυτό-μας και το μαθητή μιαν από τις πιο σημαντικές μορφωτικές πηγές των γλωσσικών μαθημάτων [...] Ο βαθύτερος λόγος, που δεν κατορθώσαμε να ιδούμε τη μεγάλη σημασία της μετάφρασης, είναι ότι σπάνια αντικρύσαμε τη γλώσσα καθολικά σαν πνευματικό δημιούργημα. Εκεί που δεν υπάρχει πρόβλημα γλώσσας δεν υπάρχει ούτε μεταφραστικό πρόβλημα. Εμελετήσαμε τη γλώσσα κομματιαστά, και στις λεπτομέρειες -να πούμε σε γραμματικά ζητήματα- φτάσαμε συχνά σε πλούσια συμπεράσματα. Κι όμως αν είναι αλήθεια, ότι το πνεύμα εκφράζεται και στη γλώσσα απόλυτα, πώς έγινε και μας έφτασε να πιστοποιήσουμε το γραμματικό και το συνταχτικό κανόνα, το ρητορικό σχήμα, τη σπάνια λέξη κλπ., χωρίς να θελήσουμε να δοκιμάσουμε να προσωρήσουμε και να ιδούμε τη μια δύναμη που εμψυχώνει όλες αυτές τις λεπτομέρειες και τις δένει σε μιαν αδιάσπαστη ενότητα; Να αγωνιστούμε πέρα από τον άψυχο τύπο και την ξερή λέξη και φράση, να νιώσουμε το πνεύμα του ατόμου και του λαού, που τους έδωκε τη μορφή αυτή κι όχι άλλη, να κοιτάξουμε να υψωθούμε από τη γλώσσα την αρχαία ώς την ψυχή του κλασσικού, από τη γλώσσα τη δική-μας ώς την ψυχή του λαού-μας, ν' αναμετρήσουμε το βάθος και τη δύναμή-τους -όλα αυτά είναι λαχτάρες που σπάνια άγγιξαν την ψυχή του φιλόλογου [...]

Ο Δ. Ν. Μαρωνίτης, μαθητής του Ι. Θ. Κακριδή, αποδίδει το συζητούμενο πρόβλημα στην "ενδογλωσσική ανισοτιμία (2001)" ανάμεσα στην αρχαία και τη νέα γλώσσα, παρατηρώντας, μεταξύ άλλων, τα εξής: "Θα περίμενε κάποιος ότι, στον τόπο μας και στις μέρες μας, η μετάφραση των αρχαιοελληνικών κειμένων θα ήταν και ευκολότερη και ευτυχέστερη, εξαιτίας της εσωτερικής συγγένειας, ή και συνέχειας, μεταφραζόμενης και μεταφραστικής γλώσσας. Στην πραγματικότητα όμως συνέβη του αντίθετο.

Aκριβώς επειδή η νεοελληνική θεωρήθηκε πενιχρό αποβλάστημα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, της αμφισβητήθηκε και η μεταφραστική της ικανότητα, ειδικότερα ως προς τα κλασικά κείμενα της ελληνικής αρχαιότητας. Έτσι από καλός μεταφραστικός αγωγός, η δημοτική γλώσσα αντιμετωπίστηκε ως ιδιαζόντως κακός αγωγός. Aποτέλεσμα της ενδογλωσσικής αυτής ιδεοληψίας ήταν να αναπτυχθούν στη συντηρητική μεταφραστική θεωρία και πράξη του τόπου μας δύο, συμπληρωματικές μεταξύ τους, τάσεις: η δογματικότερη απέρριπτε εξαρχής τη δυνατότητα μετάφρασης των κλασικών κειμένων στη σύγχρονη νεοελληνική. Η μετριοπαθέστερη θεώρησε τη συγκεκριμένη μεταφραστική παραγωγή λύση εκπαιδευτικής και μόνον ανάγκης, επιμένοντας ότι οι νεοελληνικές μεταφράσεις κλασικών κειμένων μεταφέρουν απλώς το νόημα του πρωτοτύπου, κατά κανένα όμως τρόπο δεν αποτελούν γλωσσικό και λογοτεχνικό ισοδύναμό του. Aξιοσημείωτο είναι ότι η μεταφραστική αυτή υποτίμηση της νεοελληνικής περιορίστηκε στην αρχαία γλώσσα και στα αρχαία κείμενά της, ενώ δεν επεκτάθηκε, εμφανώς τουλάχιστον, στις νεοελληνικές μεταφράσεις και της ξενόγλωσσης λογοτεχνίας" [...]

Παρασκευή, Ιουνίου 18, 2010

Γραμματισμός-Νέα Μέσα




Το βιβλίο A New Literacies Sampler, προϊόν συνεργατικής επιμέλειας των Colin Lankshear & Michele Knobel (2007. Ν.Υ.: Peter Lang), εισάγει τον αναγνώστη στις νέες παραδειγματικές μορφές και προσεγγίσεις ψηφιακού γραμματισμού. Ελεύθερο, σε μορφή pdf, από εδώ.




Ο συλλογικός τόμος Digital Material. Tracing New Media in Everyday Life and Technology, των Μ. van den Βoomen, S. Lammes, A.-S. Lehmann, J. Raessens, & M. T. Schäfer (2009. Amsterdam: Amsterdam University Press), περιλαμβάνει κείμενα ερευνητών γύρω από ζητήματα των ψηφιακών τεχνολογικών μέσων και πρακτικών. Ελεύθερη πρόσβαση, σε μορφή pdf, από εδώ.
.

Παρασκευή, Ιουνίου 11, 2010

Οιδίπους



Οιδίπους: γαλλική ταινία μικρού μήκους με κινούμενα σχέδια, που αντλεί το θέμα της από τον μύθο του διάσημου τραγικού ήρωα. Σε σκηνοθεσία των Thierry Bleton, Frederic Caro, Renaud και Jonathan Madeline Peres της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών του Μομπελιέ (ESMA). Έχει κερδίσει, μεταξύ άλλων, το "βραβείο κοινού" στα φεστιβάλ Voix d’Etoiles (2009) και Numéo (2010).

Σάββατο, Ιουνίου 05, 2010

Αρχαιοελληνικά και λατινικά κείμενα



Η Google έχει μετατρέψει σε ψηφιακή μορφή χιλιάδες αρχαιοελληνικά και λατινικά κείμενα. Πολλά από αυτά σήμερα μπορεί να τα κατεβάσει όποιος θέλει στον υπολογιστή του σε αρχεία zip. Η πληροφορία από το πολύτιμο AWOL.

Παρασκευή, Απριλίου 16, 2010

Η ελληνική αρχαιότητα: πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός





Κυκλοφορεί από το Ίδρυμα Μ. Τριανταφυλλίδη-ΙΝΣ, στο πλαίσιο του προγράμματος "Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Έκπαίδευση" το έκτο εγχειρίδιο της σειράς με τίτλο "Η ελληνική αρχαιότητα: πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός". Συντάκτες του οι πανεπιστημιακοί καθηγητές: Δημήτρης Ι. Κυρτάτας (πανεπιστήμιο Θεσσαλίας) και Σπύρος Ι. Ράγκος (πανεπιστήμιο Πατρών). Στον Πρόλογο του εγχειριδίου (σσ. 11-18), από όπου και τα επόμενα αποσπάσματα, οι συγγραφείς εξηγούν τη μέθοδο της δουλειάς τους:

"Συνεχίζοντας τη σειρά "Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση", το εγχειρίδιό μας παρουσιάζει την ελληνική αρχαιότητα από τον 8o αιώνα π.X. έως τον 4o αιώνα μ.X., μέσα από τη συγκεκριμένη οπτική γωνία που δηλώνεται στο τρίπτυχο του υπότιτλου: πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός. Oι δύο πρώτοι όροι του τριπτύχου είναι αρχαιοελληνικοί, ενώ ο τρίτος αποτελεί σημασιολογικό δάνειο της νέας ελληνικής από τον γαλλικό όρο civilisation. Η σύνθεσή τους δείχνει έμμεσα ότι ο θεματικός πυρήνας του εγχειριδίου συμπλέκεται αναγκαία με την σύγχρονη συζήτηση περί ιστοριογραφίας.

Ο πόλεμος ήταν πανταχού παρών σε όλες τις κοινωνίες του παρελθόντος, αλλά ειδικά στην ελληνική αρχαιότητα απέκτησε τεράστιες ιδεολογικές διαστάσεις. Εκεί, η ίδια η ανθρώπινη ζωή παρομοιάστηκε με αγώνα και ο πόλεμος έφτασε να αναγορευτεί "βασιλιάς και πατέρας των πάντων". H πρακτική και θεωρητική σημασία του πολέμου στην αρχαιοελληνική κοινωνία δείχνει γιατί η ιστορία των μαχών και των πολεμικών (με έργα και με λόγια) διενέξεων αποτελεί κατάλληλο δρόμο για την επίτευξη μιας συνάντησης με το συγκεκριμένο ιστορικό παρελθόν.

Ως ουσιαστικοποιημένο επίθετο, πολιτική στα αρχαία ελληνικά σήμαινε τη γνώση των δημόσιων πραγμάτων, των ζητημάτων που αφορούν την κοινωνία συνολικά. Η λέξη προήλθε από μια συγκεκριμένη κοινωνική οργάνωση: το ιδιότυπο ιστορικό μόρφωμα της αυτόνομης (ιδεωδώς οικονομικά ανεξάρτητης και διοικητικά ελεύθερης) πόλεως. Αυτή ήταν η πολιτική κοινωνία. Σε αυτή ειδικά την κοινωνική μορφή, και όχι αδιακρίτως σε κάθε μορφή κοινωνίας, πίστευαν ορισμένοι αρχαίοι φιλόσοφοι ότι ο άνθρωπος εκπληρώνει την ουσία του.

Ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής δραστηριότητας των αρχαίων πόλεων αφορούσε ζητήματα πολέμου και ειρήνης. Και ένα μεγάλο μέρος των πολέμων που διεξήγαγαν οι πολίτες, αφορούσε οργανωμένες συγκρούσεις που συνέβαιναν ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις ή τα ελληνιστικά βασίλεια. H αρχαία ελληνική πολιτική νοοτροπία, με τη μεγάλη έμφαση που έδινε στην αυτονομία των πολιτικών επικρατειών, συνδεόταν εγγενώς και εσωτερικά, όχι απλώς επιφανειακά ή εξωτερικά, με τον πόλεμο.

Στην αρχαία ελληνική γλώσσα ─και την πνευματική παράδοση που διαμορφώθηκε μέσα της─ δεν υπήρχε ειδική λέξη για τον πολιτισμό. Mε τον τελευταίο από τους τρεις όρους του τριπτύχου εισάγεται μια ιδέα σχεδόν άγνωστη στην αρχαιότητα. Η έννοια του πολιτισμού, αντίθετα με τις ιδέες του πολέμου και της πολιτικής, είναι έννοια της νεότερης ευρωπαϊκής ιστορίας. Ως πολιτισμός εννοείται άλλοτε το σύνολο των στοιχείων που απαρτίζουν τη ζωή ενός λαού σε μια συγκεκριμένη περίοδο και σε αντιδιαστολή με τον τρόπο ζωής άλλων λαών, και άλλοτε μόνον τα ανώτερα επιτεύγματα του πνεύματος στον χώρο των γραμμάτων, των επιστημών και των τεχνών.

Στο τρίπτυχο του εγχειριδίου μας, ο πολιτισμός εκλαμβάνεται αρχικά με την ευρεία έννοια για να δηλώσει την αρχαιοελληνική νοοτροπία, το κοσμοείδωλο, τη στάση ζωής των περισσοτέρων ανθρώπων ─ κυρίως των ανθρώπων που επικράτησαν, με τα έργα ή τα λόγια τους, και σημάδεψαν τις αντιλήψεις συγχρόνων και μεταγενεστέρων. Ωστόσο, στην αρχαία ελληνική κοινωνία, η ποίηση, η φιλοσοφία και οι τέχνες, αν και ανώτερα επιτεύγματα διακεκριμένων ποιητών, στοχαστών και καλλιτεχνών, διέπνεαν σε μεγάλο βαθμό την κοινωνία και καθόριζαν τάσεις και στάσεις. Eπίσης, η ελληνική αρχαιότητα έχει μείνει στην ιστορία ως η εποχή που ενέπνευσε κατ’ επανάληψη αναγεννήσεις σε μεταγενέστερους πολιτισμούς. Για τους δύο αυτούς λόγους, στην αφήγησή μας περιλάβαμε τη μνημόνευση εκείνων των επιτευγμάτων του πνεύματος (γραμματειακών ειδών, καλλιτεχνικών μορφών, φιλοσοφικών δοξασιών, επιστημονικών ανακαλύψεων) που απέκτησαν μεγάλη αξία από τις χρήσεις και επαναχρήσεις που τους επεφύλασσε το μέλλον, είτε είχαν πάνδημο χαρακτήρα, είτε δεν εξέφραζαν παρά λίγους. Μέριμνά μας, πάντως, ήταν να δείξουμε και αυτών των επιτευγμάτων την σχέση, αν υπήρχε ή μπορούσε να διαφανεί, με τις πολιτικές συνθήκες και τα πολεμικά συμβάντα της εποχής τους. Στη νεωτερική σφαίρα του πολιτισμού ήταν το αρχαιοελληνικό δίπολο του πολέμου και της πολιτικής [...]".

"Κάθε ματιά στο παρελθόν γίνεται από ορισμένη προοπτική θέασης που διανοίγεται στο παρόν. Απροϋπόθετη θέαση (ή αλλιώς: ματιά από το πουθενά) δεν υπάρχει. Tη δική μας στάση καθόρισαν τρεις παράγοντες: η νεοελληνική πραγματικότητα γενικά και το νεανικό κοινό στο οποίο απευθύνεται το βιβλίο ειδικότερα, τα οπωσδήποτε επιστημονικά, αλλά ποτέ αναντίρρητα ή απόλυτα, δεδομένα της σύγχρονης έρευνας και της σχετικής βιβλιογραφίας, και η βιωματική ματιά των αρχαίων συγγραφέων, ιστορικών ή άλλων, στους οποίους βασιζόμαστε.

Η νεοελληνική κοινωνία βρίσκεται σε μια ιδιότυπη σχέση με το αρχαιοελληνικό παρελθόν. Σε σύγκριση με άλλες κοινωνίες, δυτικές ή μη, η γνώση που διαθέτει ο μέσος Nεοέλληνας για την αρχαία Eλλάδα είναι αυξημένη. Tο γεγονός αυτό καθιστά αναγκαία τη συμπερίληψη γεγονότων με συμβολική σημασία, τα οποία, εξεταζόμενα από καθαρά ιστορική άποψη, θα μπορούσαν να θεωρηθούν δευτερεύοντα και να λείπουν από ένα εγχειρίδιο. Aπό την άλλη, η ιδεολογική οικειοποίηση του αρχαιοελληνικού παρελθόντος από τη νεοελληνική κοινωνία είχε ως συνέπεια τον περιορισμό των γενικών γνώσεων αρχαίας ιστορίας στους τομείς εκείνους που δεν συγκρούονταν με άλλα δεδομένα της - υπό συγκρότηση ή μερικώς συγκροτημένης- νεοελληνικής ταυτότητας. Aπό το μεγαλείο της αρχαίας Eλλάδας που προσφέρεται στον μαθητή ή τον φοιτητή λείπουν κάποτε οι αρνητικές όψεις του αρχαίου κόσμου, κυρίως όσες είναι λιγότερο συμβατές ή συμβιβάσιμες με τα ισχύοντα ιδανικά. Λείπουν επίσης γνώσεις για εποχές υποτιθέμενης παρακμής, όπως η ύστερη ελληνιστική περίοδος και η εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας. Aυτές όμως οι όψεις και οι εποχές αποτελούν οργανικό τμήμα της αρχαίας ελληνικής ιστορίας και ταυτόχρονα μπορούν να λειτουργήσουν ως φωτοσκίαση, καθιστώντας το παρελθόν ανάγλυφο, ζωντανό και διδακτικό. Μολονότι δεν είχαμε την ευχέρεια να καλύψουμε με τρόπο εξίσου συστηματικό όλες τις περιόδους της ελληνικής αρχαιότητας, επιλέξαμε να φέρουμε στο προσκήνιο, άλλοτε υπαινικτικότερα και άλλοτε με πιο άμεσο τρόπο, ορισμένες παραμελημένες πλευρές της [...]".

"Δεν υιοθετήσαμε πλήρως την υπερκριτική στάση της σύγχρονης έρευνας. Ενδιαφερθήκαμε συχνά να αποδώσουμε τι παραδίδουν οι αρχαίοι συγγραφείς, πώς και γιατί το ισχυρίζονται, χωρίς να συσχετίζουμε πάντοτε τα λεγόμενά τους με τα πορίσματα της νεότερης ακαδημαϊκής ορθοδοξίας. Ένα από τα μελήματά μας ήταν οι τρόποι πρόσληψης παρόντος και παρελθόντος (αμεσότερου ή μακρινότερου) από τους ίδιους τους Έλληνες. Eπινοημένοι θρύλοι και μεταγενέστερα ανέκδοτα εκτίθενται ενίοτε ως στοιχεία ενδεικτικά του αρχαίου τρόπου σκέψης. Παραθέματα από τις αρχαίες πηγές φωτίζουν σε αρκετές περιπτώσεις αμεσότερα το θέμα ή το κλίμα μιας εποχής με τρόπο άμεσο. Eιδικά οι αρχαίοι ιστορικοί έχουν τεθεί στο επίκεντρο της αφήγησής μας και μνημονεύονται τακτικά για να υπενθυμίζουν στον αναγνώστη το αυτονόητο: ότι η ιστορία βασίζεται σε πηγές [...]".

"Σε αντίθεση με τον συρμό των διδακτικών εγχειριδίων, όπου φωτογραφίες, σχέδια, έγχρωμα πλαίσια και λεζάντες προσφέρονται για να διαφωτίσουν τον αναγνώστη, αλλά δρουν επίσης ανταγωνιστικά προς το κυρίως κείμενο και διασπούν την ενότητα της ανάγνωσης, ακολουθήσαμε τον παραδοσιακότερο δρόμο της συνεχούς αφήγησης, που διακόπτεται μόνο στις αρθρώσεις και τους αρμούς της για να διευκολυνθεί η μελέτη.

Στην περιοδολόγηση της αρχαίας ιστορίας ακολουθήσαμε την καθιερωμένη πλέον διάκριση σε τέσσερις βασικές εποχές (αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική, ρωμαϊκή). Θελήσαμε όμως να υπογραμμίσουμε τη συνέχεια μέσα στις σχηματικές διαφοροποιήσεις των περιόδων. Mέλημά μας ήταν η ανάδειξη της βασικής ενότητας που παρουσιάζει ελληνική αρχαιότητα, παρ’ όλες τις συνεχείς αλλαγές και μεταβάσεις. Για να επισημανθεί η ενότητα μέσα στη διαφορά, άλλοτε παρουσιάζουμε πρωθύστερα την εξέλιξη ενός πολιτικού θεσμού από τις πρώτες απαρχές του έως την ολοκληρωμένη του μορφή, και αλλού εκθέτουμε μια προγενέστερη ιδέα με καθυστέρηση, όταν ακριβώς φαίνεται ότι κατόρθωσε να ριζώσει στη συνείδηση πολλών ανθρώπων. Ενώ από την άποψη της δημιουργικής πρωτοτυπίας και του "πρώτου ευρετή", η χρονολογική σειρά είναι αναγκαία τόσο στα πολιτικά και στρατιωτικά όσο και στα πολιτιστικά γεγονότα, όταν το ενδιαφέρον μετατοπιστεί στην απήχηση και τις επιδράσεις που είχε μια πρωτοπόρα ιδέα, η χρονολογική διαδοχή καθίσταται παραπλανητική. Γενικά, οι πολιτιστικές εξελίξεις είτε αποτελούν συνέπειες προγενέστερων κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών, είτε δείχνουν προς το μέλλον. O συγχρονισμός τους με το εκάστοτε παρόν δεν είναι πάντοτε ο ασφαλέστερος τρόπος για να φανεί η σημασία τους. Πάντως, αντί να αναφερόμαστε γενικά σε εποχές, προτιμήσαμε να αναφέρουμε, όπου ήταν εφικτό, συγκεκριμένους αιώνες ή χρονιές, ιδίως όταν αυτές αποτελούν δείκτες και επισημαίνουν σταθμούς. Oι εποχές είναι επινοήσεις του ανθρώπινου μυαλού, τα έτη και οι εκατονταετίες αντικειμενικά δεδομένα της χρονικής ροής [...]".
Οι ενδείξεις Κ (= Κυρτάτας) και Ρ (=Ράγκος) υποδηλώνουν τον συγγραφέα κάθε υποκεφαλαίου.


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος του συντονιστή της σειράς
Πρόλογος των συγγραφέων

Πρώτο μέρος
Αρχαϊκή εποχή


1. Πόλεις και αποικίες

Την πόλη περιβάλλουν πυργωμένα τείχη (Κ)
Την οργή ψάλλε, θεά, του Αχιλλέα (Ρ)
Όταν οι Πλειάδες ανατέλλουν αρχίζει ο θερισμός (Κ)
Όλοι σχεδόν οι θεοί ήρθαν από την Αίγυπτο (Ρ)
Η Πυθία έδωσε χρησμό να κτιστεί μια αποικία (Κ)
Είναι ωραίο να πεθαίνει ο γενναίος άνδρας πέφτοντας στην πρώτη γραμμή (Κ)
Με το γλυκό τους χάρισμα με προίκισαν οι Μούσες (Ρ)
Aλλά όταν λάμψη από τον Δία κατεβεί… (Ρ)
Πάντα πλήρη θεών (Ρ)

2. Νομοθέτες και τύραννοι

Να συγκαλείς τη συνέλευση των πολιτών σε διαστήματα τακτά (Ρ)
Ένας μεγάλος βράχος έπεσε πάνω στους άρχοντες (Κ)
Η πόλη παραμένει ίδια αλλά οι κάτοικοί της έχουν αλλάξει (Ρ)
Στάθηκε στη μέση προβάλλοντας τη δυνατή του ασπίδα (Κ)
Κυβέρνησε την πόλη στολίζοντάς την όμορφα και ταιριαστά (Ρ)
Επειδή την εξουσία την ασκεί ο δήμος, το πολίτευμα ονομάζεται δημοκρατία (Κ)
Το άριστο πολίτευμα (Κ)
Tρισευτυχισμένοι οι θνητοί που πάνε στον Άδη μυημένοι (Ρ)
Άραρα Χάραρα (Ρ)
Ο πόλεμος είναι ο πατέρας και ο βασιλιάς των πάντων (Ρ)

Δεύτερο μέρος
Κλασική εποχή


3. Από τους Περσικούς πολέμους στον Πελοποννησιακό πόλεμο

Επάνω σε μια χάλκινη πλάκα ήταν χαραγμένος ο χάρτης όλης της γης (Κ)
Πολλά δεινά άρχισαν και για τους Έλληνες και για τους βαρβάρους (Κ)
Αγαπάμε το ωραίο διακριτικά (Ρ)
Την ημέρα εκείνη άρχισαν μεγάλες συμφορές για τους Έλληνες
Αυτά που έγιναν και θα γίνονται πάντοτε (Ρ)
Ο λόγος είναι μεγάλος δυνάστης (Ρ)

4. Από τα Κούναξα στη Χαιρώνεια

Βαδίζοντας εναντίον του πέρση βασιλιά (Κ)
Η ήττα των Σπαρτιατών στο μνήμα των παρθένων (Κ)
Κάθε πόλη αποτελείται από οικογένειες (Ρ)
Μια εράσμια χάρη έβαλε το χέρι της (Κ)
Εγκωμιάζοντας την ορθή φιλοσοφία (Ρ)
Το δέκατο τρίτο θεϊκό άγαλμα (Κ)

Τρίτο μέρος
Ελληνιστική εποχή


5. Από τον Αλέξανδρο στον Πύρρο

Μια λαμπερή αστραπή (Κ)
Όμορφος και φιλοκίνδυνος (Κ)
Από την ίδια τους τη φύση οι άνθρωποι επιθυμούν γνώση (Ρ)
Πόδια από σίδερο και πηλό (Κ)
Εάν ο Αλέξανδρος είχε περάσει στην Ιταλία (Κ)

6. Η έλευση των Ρωμαίων

Οι μαθητές που ξεπερνούσαν τους δασκάλους (Κ)
Τρεις εθνικές ομάδες κατοικούν στην πόλη αυτή (Ρ)
Μέσα σε πενήντα τρία χρόνια (K)
Η απελευθέρωση των Ελλήνων (Κ)
Μια αυτοκρατορία με όρια τους ωκεανούς (Κ)
Δώσε μου σημείο να σταθώ (Ρ)
Να εξηγείς τον Όμηρο με βάση τον Όμηρο (Ρ)
Εγώ είμαι η βασίλισσα του κόσμου (Ρ)

Τέταρτο μέρος
Ρωμαϊκή εποχή


7. Η ρωμαϊκή ηγεμονία

Η ωμότητα των δούλων είναι ανταπόδοση αδικημάτων (Κ)
Δεν είναι καλό να υπάρχουν πολλοί καίσαρες (Κ)
Η κατακτημένη Ελλάς κατέκτησε τον άγριο νικητή της (Ρ)
Εγώ ειμί η άμπελος η αληθινή (Κ)
Ας βρούμε τα σημάδια που αποκαλύπτουν κατάλληλα την ψυχή του καθενός (Ρ)

8. Η ύστερη αρχαιότητα

Όπως οι ηθοποιοί της τραγωδίας (Κ)
H πατρίδα μας είναι εκεί απ΄ όπου ήρθαμε, και ο Πατέρας μας εκεί (Ρ)
Για να διάκειται ευμενώς η θεότητα στην αυτοκρατορία (Κ)
Επιθυμούμε να κλείσουν όλοι οι ναοί και να απαγορευθούν οι θυσίες (Κ)
Ήρθε η ώρα για να δοξαστεί ο Υιός του Ανθρώπου (P)

Επιλεγόμενα (Κ & Ρ)
Χρονολόγιο
Ευρετήριο

Χάρτες

Η Ελλάδα με τις αποικίες της
Η Ελλάδα κατά πόλεις και έθνη πριν από τους Περσικούς Πολέμους
Οι κατακτήσεις του Αλέξανδρου
Τα Ελληνιστικά Βασίλεια
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατά τη μέγιστη ακμή της
Το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος μετά τον θάνατο του Θεοδοσίου