Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο, Ιουνίου 05, 2010

Αρχαιοελληνικά και λατινικά κείμενα



Η Google έχει μετατρέψει σε ψηφιακή μορφή χιλιάδες αρχαιοελληνικά και λατινικά κείμενα. Πολλά από αυτά σήμερα μπορεί να τα κατεβάσει όποιος θέλει στον υπολογιστή του σε αρχεία zip. Η πληροφορία από το πολύτιμο AWOL.

Παρασκευή, Απριλίου 16, 2010

Η ελληνική αρχαιότητα: πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός





Κυκλοφορεί από το Ίδρυμα Μ. Τριανταφυλλίδη-ΙΝΣ, στο πλαίσιο του προγράμματος "Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Έκπαίδευση" το έκτο εγχειρίδιο της σειράς με τίτλο "Η ελληνική αρχαιότητα: πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός". Συντάκτες του οι πανεπιστημιακοί καθηγητές: Δημήτρης Ι. Κυρτάτας (πανεπιστήμιο Θεσσαλίας) και Σπύρος Ι. Ράγκος (πανεπιστήμιο Πατρών). Στον Πρόλογο του εγχειριδίου (σσ. 11-18), από όπου και τα επόμενα αποσπάσματα, οι συγγραφείς εξηγούν τη μέθοδο της δουλειάς τους:

"Συνεχίζοντας τη σειρά "Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση", το εγχειρίδιό μας παρουσιάζει την ελληνική αρχαιότητα από τον 8o αιώνα π.X. έως τον 4o αιώνα μ.X., μέσα από τη συγκεκριμένη οπτική γωνία που δηλώνεται στο τρίπτυχο του υπότιτλου: πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός. Oι δύο πρώτοι όροι του τριπτύχου είναι αρχαιοελληνικοί, ενώ ο τρίτος αποτελεί σημασιολογικό δάνειο της νέας ελληνικής από τον γαλλικό όρο civilisation. Η σύνθεσή τους δείχνει έμμεσα ότι ο θεματικός πυρήνας του εγχειριδίου συμπλέκεται αναγκαία με την σύγχρονη συζήτηση περί ιστοριογραφίας.

Ο πόλεμος ήταν πανταχού παρών σε όλες τις κοινωνίες του παρελθόντος, αλλά ειδικά στην ελληνική αρχαιότητα απέκτησε τεράστιες ιδεολογικές διαστάσεις. Εκεί, η ίδια η ανθρώπινη ζωή παρομοιάστηκε με αγώνα και ο πόλεμος έφτασε να αναγορευτεί "βασιλιάς και πατέρας των πάντων". H πρακτική και θεωρητική σημασία του πολέμου στην αρχαιοελληνική κοινωνία δείχνει γιατί η ιστορία των μαχών και των πολεμικών (με έργα και με λόγια) διενέξεων αποτελεί κατάλληλο δρόμο για την επίτευξη μιας συνάντησης με το συγκεκριμένο ιστορικό παρελθόν.

Ως ουσιαστικοποιημένο επίθετο, πολιτική στα αρχαία ελληνικά σήμαινε τη γνώση των δημόσιων πραγμάτων, των ζητημάτων που αφορούν την κοινωνία συνολικά. Η λέξη προήλθε από μια συγκεκριμένη κοινωνική οργάνωση: το ιδιότυπο ιστορικό μόρφωμα της αυτόνομης (ιδεωδώς οικονομικά ανεξάρτητης και διοικητικά ελεύθερης) πόλεως. Αυτή ήταν η πολιτική κοινωνία. Σε αυτή ειδικά την κοινωνική μορφή, και όχι αδιακρίτως σε κάθε μορφή κοινωνίας, πίστευαν ορισμένοι αρχαίοι φιλόσοφοι ότι ο άνθρωπος εκπληρώνει την ουσία του.

Ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής δραστηριότητας των αρχαίων πόλεων αφορούσε ζητήματα πολέμου και ειρήνης. Και ένα μεγάλο μέρος των πολέμων που διεξήγαγαν οι πολίτες, αφορούσε οργανωμένες συγκρούσεις που συνέβαιναν ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις ή τα ελληνιστικά βασίλεια. H αρχαία ελληνική πολιτική νοοτροπία, με τη μεγάλη έμφαση που έδινε στην αυτονομία των πολιτικών επικρατειών, συνδεόταν εγγενώς και εσωτερικά, όχι απλώς επιφανειακά ή εξωτερικά, με τον πόλεμο.

Στην αρχαία ελληνική γλώσσα ─και την πνευματική παράδοση που διαμορφώθηκε μέσα της─ δεν υπήρχε ειδική λέξη για τον πολιτισμό. Mε τον τελευταίο από τους τρεις όρους του τριπτύχου εισάγεται μια ιδέα σχεδόν άγνωστη στην αρχαιότητα. Η έννοια του πολιτισμού, αντίθετα με τις ιδέες του πολέμου και της πολιτικής, είναι έννοια της νεότερης ευρωπαϊκής ιστορίας. Ως πολιτισμός εννοείται άλλοτε το σύνολο των στοιχείων που απαρτίζουν τη ζωή ενός λαού σε μια συγκεκριμένη περίοδο και σε αντιδιαστολή με τον τρόπο ζωής άλλων λαών, και άλλοτε μόνον τα ανώτερα επιτεύγματα του πνεύματος στον χώρο των γραμμάτων, των επιστημών και των τεχνών.

Στο τρίπτυχο του εγχειριδίου μας, ο πολιτισμός εκλαμβάνεται αρχικά με την ευρεία έννοια για να δηλώσει την αρχαιοελληνική νοοτροπία, το κοσμοείδωλο, τη στάση ζωής των περισσοτέρων ανθρώπων ─ κυρίως των ανθρώπων που επικράτησαν, με τα έργα ή τα λόγια τους, και σημάδεψαν τις αντιλήψεις συγχρόνων και μεταγενεστέρων. Ωστόσο, στην αρχαία ελληνική κοινωνία, η ποίηση, η φιλοσοφία και οι τέχνες, αν και ανώτερα επιτεύγματα διακεκριμένων ποιητών, στοχαστών και καλλιτεχνών, διέπνεαν σε μεγάλο βαθμό την κοινωνία και καθόριζαν τάσεις και στάσεις. Eπίσης, η ελληνική αρχαιότητα έχει μείνει στην ιστορία ως η εποχή που ενέπνευσε κατ’ επανάληψη αναγεννήσεις σε μεταγενέστερους πολιτισμούς. Για τους δύο αυτούς λόγους, στην αφήγησή μας περιλάβαμε τη μνημόνευση εκείνων των επιτευγμάτων του πνεύματος (γραμματειακών ειδών, καλλιτεχνικών μορφών, φιλοσοφικών δοξασιών, επιστημονικών ανακαλύψεων) που απέκτησαν μεγάλη αξία από τις χρήσεις και επαναχρήσεις που τους επεφύλασσε το μέλλον, είτε είχαν πάνδημο χαρακτήρα, είτε δεν εξέφραζαν παρά λίγους. Μέριμνά μας, πάντως, ήταν να δείξουμε και αυτών των επιτευγμάτων την σχέση, αν υπήρχε ή μπορούσε να διαφανεί, με τις πολιτικές συνθήκες και τα πολεμικά συμβάντα της εποχής τους. Στη νεωτερική σφαίρα του πολιτισμού ήταν το αρχαιοελληνικό δίπολο του πολέμου και της πολιτικής [...]".

"Κάθε ματιά στο παρελθόν γίνεται από ορισμένη προοπτική θέασης που διανοίγεται στο παρόν. Απροϋπόθετη θέαση (ή αλλιώς: ματιά από το πουθενά) δεν υπάρχει. Tη δική μας στάση καθόρισαν τρεις παράγοντες: η νεοελληνική πραγματικότητα γενικά και το νεανικό κοινό στο οποίο απευθύνεται το βιβλίο ειδικότερα, τα οπωσδήποτε επιστημονικά, αλλά ποτέ αναντίρρητα ή απόλυτα, δεδομένα της σύγχρονης έρευνας και της σχετικής βιβλιογραφίας, και η βιωματική ματιά των αρχαίων συγγραφέων, ιστορικών ή άλλων, στους οποίους βασιζόμαστε.

Η νεοελληνική κοινωνία βρίσκεται σε μια ιδιότυπη σχέση με το αρχαιοελληνικό παρελθόν. Σε σύγκριση με άλλες κοινωνίες, δυτικές ή μη, η γνώση που διαθέτει ο μέσος Nεοέλληνας για την αρχαία Eλλάδα είναι αυξημένη. Tο γεγονός αυτό καθιστά αναγκαία τη συμπερίληψη γεγονότων με συμβολική σημασία, τα οποία, εξεταζόμενα από καθαρά ιστορική άποψη, θα μπορούσαν να θεωρηθούν δευτερεύοντα και να λείπουν από ένα εγχειρίδιο. Aπό την άλλη, η ιδεολογική οικειοποίηση του αρχαιοελληνικού παρελθόντος από τη νεοελληνική κοινωνία είχε ως συνέπεια τον περιορισμό των γενικών γνώσεων αρχαίας ιστορίας στους τομείς εκείνους που δεν συγκρούονταν με άλλα δεδομένα της - υπό συγκρότηση ή μερικώς συγκροτημένης- νεοελληνικής ταυτότητας. Aπό το μεγαλείο της αρχαίας Eλλάδας που προσφέρεται στον μαθητή ή τον φοιτητή λείπουν κάποτε οι αρνητικές όψεις του αρχαίου κόσμου, κυρίως όσες είναι λιγότερο συμβατές ή συμβιβάσιμες με τα ισχύοντα ιδανικά. Λείπουν επίσης γνώσεις για εποχές υποτιθέμενης παρακμής, όπως η ύστερη ελληνιστική περίοδος και η εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας. Aυτές όμως οι όψεις και οι εποχές αποτελούν οργανικό τμήμα της αρχαίας ελληνικής ιστορίας και ταυτόχρονα μπορούν να λειτουργήσουν ως φωτοσκίαση, καθιστώντας το παρελθόν ανάγλυφο, ζωντανό και διδακτικό. Μολονότι δεν είχαμε την ευχέρεια να καλύψουμε με τρόπο εξίσου συστηματικό όλες τις περιόδους της ελληνικής αρχαιότητας, επιλέξαμε να φέρουμε στο προσκήνιο, άλλοτε υπαινικτικότερα και άλλοτε με πιο άμεσο τρόπο, ορισμένες παραμελημένες πλευρές της [...]".

"Δεν υιοθετήσαμε πλήρως την υπερκριτική στάση της σύγχρονης έρευνας. Ενδιαφερθήκαμε συχνά να αποδώσουμε τι παραδίδουν οι αρχαίοι συγγραφείς, πώς και γιατί το ισχυρίζονται, χωρίς να συσχετίζουμε πάντοτε τα λεγόμενά τους με τα πορίσματα της νεότερης ακαδημαϊκής ορθοδοξίας. Ένα από τα μελήματά μας ήταν οι τρόποι πρόσληψης παρόντος και παρελθόντος (αμεσότερου ή μακρινότερου) από τους ίδιους τους Έλληνες. Eπινοημένοι θρύλοι και μεταγενέστερα ανέκδοτα εκτίθενται ενίοτε ως στοιχεία ενδεικτικά του αρχαίου τρόπου σκέψης. Παραθέματα από τις αρχαίες πηγές φωτίζουν σε αρκετές περιπτώσεις αμεσότερα το θέμα ή το κλίμα μιας εποχής με τρόπο άμεσο. Eιδικά οι αρχαίοι ιστορικοί έχουν τεθεί στο επίκεντρο της αφήγησής μας και μνημονεύονται τακτικά για να υπενθυμίζουν στον αναγνώστη το αυτονόητο: ότι η ιστορία βασίζεται σε πηγές [...]".

"Σε αντίθεση με τον συρμό των διδακτικών εγχειριδίων, όπου φωτογραφίες, σχέδια, έγχρωμα πλαίσια και λεζάντες προσφέρονται για να διαφωτίσουν τον αναγνώστη, αλλά δρουν επίσης ανταγωνιστικά προς το κυρίως κείμενο και διασπούν την ενότητα της ανάγνωσης, ακολουθήσαμε τον παραδοσιακότερο δρόμο της συνεχούς αφήγησης, που διακόπτεται μόνο στις αρθρώσεις και τους αρμούς της για να διευκολυνθεί η μελέτη.

Στην περιοδολόγηση της αρχαίας ιστορίας ακολουθήσαμε την καθιερωμένη πλέον διάκριση σε τέσσερις βασικές εποχές (αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική, ρωμαϊκή). Θελήσαμε όμως να υπογραμμίσουμε τη συνέχεια μέσα στις σχηματικές διαφοροποιήσεις των περιόδων. Mέλημά μας ήταν η ανάδειξη της βασικής ενότητας που παρουσιάζει ελληνική αρχαιότητα, παρ’ όλες τις συνεχείς αλλαγές και μεταβάσεις. Για να επισημανθεί η ενότητα μέσα στη διαφορά, άλλοτε παρουσιάζουμε πρωθύστερα την εξέλιξη ενός πολιτικού θεσμού από τις πρώτες απαρχές του έως την ολοκληρωμένη του μορφή, και αλλού εκθέτουμε μια προγενέστερη ιδέα με καθυστέρηση, όταν ακριβώς φαίνεται ότι κατόρθωσε να ριζώσει στη συνείδηση πολλών ανθρώπων. Ενώ από την άποψη της δημιουργικής πρωτοτυπίας και του "πρώτου ευρετή", η χρονολογική σειρά είναι αναγκαία τόσο στα πολιτικά και στρατιωτικά όσο και στα πολιτιστικά γεγονότα, όταν το ενδιαφέρον μετατοπιστεί στην απήχηση και τις επιδράσεις που είχε μια πρωτοπόρα ιδέα, η χρονολογική διαδοχή καθίσταται παραπλανητική. Γενικά, οι πολιτιστικές εξελίξεις είτε αποτελούν συνέπειες προγενέστερων κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών, είτε δείχνουν προς το μέλλον. O συγχρονισμός τους με το εκάστοτε παρόν δεν είναι πάντοτε ο ασφαλέστερος τρόπος για να φανεί η σημασία τους. Πάντως, αντί να αναφερόμαστε γενικά σε εποχές, προτιμήσαμε να αναφέρουμε, όπου ήταν εφικτό, συγκεκριμένους αιώνες ή χρονιές, ιδίως όταν αυτές αποτελούν δείκτες και επισημαίνουν σταθμούς. Oι εποχές είναι επινοήσεις του ανθρώπινου μυαλού, τα έτη και οι εκατονταετίες αντικειμενικά δεδομένα της χρονικής ροής [...]".
Οι ενδείξεις Κ (= Κυρτάτας) και Ρ (=Ράγκος) υποδηλώνουν τον συγγραφέα κάθε υποκεφαλαίου.


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος του συντονιστή της σειράς
Πρόλογος των συγγραφέων

Πρώτο μέρος
Αρχαϊκή εποχή


1. Πόλεις και αποικίες

Την πόλη περιβάλλουν πυργωμένα τείχη (Κ)
Την οργή ψάλλε, θεά, του Αχιλλέα (Ρ)
Όταν οι Πλειάδες ανατέλλουν αρχίζει ο θερισμός (Κ)
Όλοι σχεδόν οι θεοί ήρθαν από την Αίγυπτο (Ρ)
Η Πυθία έδωσε χρησμό να κτιστεί μια αποικία (Κ)
Είναι ωραίο να πεθαίνει ο γενναίος άνδρας πέφτοντας στην πρώτη γραμμή (Κ)
Με το γλυκό τους χάρισμα με προίκισαν οι Μούσες (Ρ)
Aλλά όταν λάμψη από τον Δία κατεβεί… (Ρ)
Πάντα πλήρη θεών (Ρ)

2. Νομοθέτες και τύραννοι

Να συγκαλείς τη συνέλευση των πολιτών σε διαστήματα τακτά (Ρ)
Ένας μεγάλος βράχος έπεσε πάνω στους άρχοντες (Κ)
Η πόλη παραμένει ίδια αλλά οι κάτοικοί της έχουν αλλάξει (Ρ)
Στάθηκε στη μέση προβάλλοντας τη δυνατή του ασπίδα (Κ)
Κυβέρνησε την πόλη στολίζοντάς την όμορφα και ταιριαστά (Ρ)
Επειδή την εξουσία την ασκεί ο δήμος, το πολίτευμα ονομάζεται δημοκρατία (Κ)
Το άριστο πολίτευμα (Κ)
Tρισευτυχισμένοι οι θνητοί που πάνε στον Άδη μυημένοι (Ρ)
Άραρα Χάραρα (Ρ)
Ο πόλεμος είναι ο πατέρας και ο βασιλιάς των πάντων (Ρ)

Δεύτερο μέρος
Κλασική εποχή


3. Από τους Περσικούς πολέμους στον Πελοποννησιακό πόλεμο

Επάνω σε μια χάλκινη πλάκα ήταν χαραγμένος ο χάρτης όλης της γης (Κ)
Πολλά δεινά άρχισαν και για τους Έλληνες και για τους βαρβάρους (Κ)
Αγαπάμε το ωραίο διακριτικά (Ρ)
Την ημέρα εκείνη άρχισαν μεγάλες συμφορές για τους Έλληνες
Αυτά που έγιναν και θα γίνονται πάντοτε (Ρ)
Ο λόγος είναι μεγάλος δυνάστης (Ρ)

4. Από τα Κούναξα στη Χαιρώνεια

Βαδίζοντας εναντίον του πέρση βασιλιά (Κ)
Η ήττα των Σπαρτιατών στο μνήμα των παρθένων (Κ)
Κάθε πόλη αποτελείται από οικογένειες (Ρ)
Μια εράσμια χάρη έβαλε το χέρι της (Κ)
Εγκωμιάζοντας την ορθή φιλοσοφία (Ρ)
Το δέκατο τρίτο θεϊκό άγαλμα (Κ)

Τρίτο μέρος
Ελληνιστική εποχή


5. Από τον Αλέξανδρο στον Πύρρο

Μια λαμπερή αστραπή (Κ)
Όμορφος και φιλοκίνδυνος (Κ)
Από την ίδια τους τη φύση οι άνθρωποι επιθυμούν γνώση (Ρ)
Πόδια από σίδερο και πηλό (Κ)
Εάν ο Αλέξανδρος είχε περάσει στην Ιταλία (Κ)

6. Η έλευση των Ρωμαίων

Οι μαθητές που ξεπερνούσαν τους δασκάλους (Κ)
Τρεις εθνικές ομάδες κατοικούν στην πόλη αυτή (Ρ)
Μέσα σε πενήντα τρία χρόνια (K)
Η απελευθέρωση των Ελλήνων (Κ)
Μια αυτοκρατορία με όρια τους ωκεανούς (Κ)
Δώσε μου σημείο να σταθώ (Ρ)
Να εξηγείς τον Όμηρο με βάση τον Όμηρο (Ρ)
Εγώ είμαι η βασίλισσα του κόσμου (Ρ)

Τέταρτο μέρος
Ρωμαϊκή εποχή


7. Η ρωμαϊκή ηγεμονία

Η ωμότητα των δούλων είναι ανταπόδοση αδικημάτων (Κ)
Δεν είναι καλό να υπάρχουν πολλοί καίσαρες (Κ)
Η κατακτημένη Ελλάς κατέκτησε τον άγριο νικητή της (Ρ)
Εγώ ειμί η άμπελος η αληθινή (Κ)
Ας βρούμε τα σημάδια που αποκαλύπτουν κατάλληλα την ψυχή του καθενός (Ρ)

8. Η ύστερη αρχαιότητα

Όπως οι ηθοποιοί της τραγωδίας (Κ)
H πατρίδα μας είναι εκεί απ΄ όπου ήρθαμε, και ο Πατέρας μας εκεί (Ρ)
Για να διάκειται ευμενώς η θεότητα στην αυτοκρατορία (Κ)
Επιθυμούμε να κλείσουν όλοι οι ναοί και να απαγορευθούν οι θυσίες (Κ)
Ήρθε η ώρα για να δοξαστεί ο Υιός του Ανθρώπου (P)

Επιλεγόμενα (Κ & Ρ)
Χρονολόγιο
Ευρετήριο

Χάρτες

Η Ελλάδα με τις αποικίες της
Η Ελλάδα κατά πόλεις και έθνη πριν από τους Περσικούς Πολέμους
Οι κατακτήσεις του Αλέξανδρου
Τα Ελληνιστικά Βασίλεια
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατά τη μέγιστη ακμή της
Το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος μετά τον θάνατο του Θεοδοσίου

Κυριακή, Απριλίου 11, 2010

Παιδαγωγική ημιμόρφωση


Theodor W. Adorno (1903-1969)

"Ό,τι σήμερα εκδηλώνεται σαν κρίση της παιδείας, δεν είναι ούτε απλό αντικείμενο του κλάδου της Παιδαγωγικής, που πρέπει να ασχολείται άμεσα μ' αυτό, ούτε μπορεί να αντιμετωπιστεί από την Κοινωνιολογία ενός τομέα -δηλαδή της Παιδείας. Τα συμπτώματα παρακμής της Παιδείας, που παρατηρούνται παντού, ακόμη και στο ίδιο το στρώμα των μορφωμένων, δεν εξαντλούνται στις ανεπάρκειες του εκπαιδευτικού συστήματος και των μεθόδων της εκπαίδευσης, οι οποίες επικρίνονται ήδη εδώ και μερικές γενιές.

Οι απομονωμένες παιδαγωγικές μεταρρυθμίσεις, όσο αναπόφευκτες κι αν είναι, δεν βοηθούν από μόνες τους. Κάποτε μπορούν, με την υποχώρηση των πνευματικών αξιώσεων προς τους παιδαγωγούμενους κι επίσης με την ανυποψίαστη αδιαφορία απέναντι στην εξουσία της εξωπαιδαγωγικής πραγματικότητας πάνω σ' αυτούς, μάλλον να οξύνουν την κρίση. Εξίσου λίγο ανταποκρίνονται στη βαρύτητα και ισχύ των συντελούμενων οι στοχασμοί και οι έρευνες για τους κοινωνικούς παράγοντες που επηρεάζουν και δυσχεραίνουν τη μόρφωση, για τη σημερινή της λειτουργία, για τις αμέτρητες όψεις της σχέσης της με την κοινωνία.

Υπερκείμενη όλων αυτών παραμένει η κατηγορία της ίδιας της μόρφωσης, ακριβώς όπως τα εκάστοτε ενεργά, ενδοσυστημικά επιμέρους στοιχεία μέσα στο κοινωικό όλον. Αυτά κινούνται στα πλαίσια των συσχετισμών που επίσης θα έπρεπε να διερευνηθούν. Αυτό που απέγινε η μόρφωση και τώρα έχει κατακαθήσει σαν ένα είδος αρνητικού αντικειμενικού πνεύματος, θα έπρεπε να συναχθεί επίσης μέσα από τους κοινωνικούς νόμους κίνησης και μάλιστα μέσα από την έννοια της μόρφωσης. Η μόρφωση έγινε κοινωνικοποιημένη ημιμόρφωση, η απανταχού παρουσία του αλλοτροιωμένου πνεύματος." (Theodor Adorno, Θεωρία της ημιμόρφωσης, εισαγωγή-μετάφραση: Λ. Αναγνώστου. Αθήνα: Αλεξάνδρεια 1989, σσ. 25-26).

"Το έργο του Adorno είναι κατάμεστο από σκέψεις και παρατηρήσεις που ανάγονται στη σφαίρα της παιδείας. Αυτό φαίνεται σχεδόν αυτονόητο για έναν στοχαστή που πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του διδασκόμενος και διδάσκοντας. Η προσοχή του όμως δεν εστιάζεται στις θεσμικές συνιστώσες των διαφόρων βαθμίδων της σχολικής εκπαίδευσης, ούτε στη διδακτική μεθοδολογία ή στην κοινωνιολογία της παιδείας, μολονότι συχνότατα οι στοχασμοί του εμπεριείχαν ερεθίσματα για εμπειρικές έρευνες.

Η δυσπιστία του στην παιδαγωγικοποίηση των ζητημάτων, στη μετατόπιση του ενδιαφέροντος από την κριτική ανάλυση του εκάστοτε αντικειμένου προς τις τεχνικές μετάδοσης της γνώσης, στηριζόταν στην πρωτοκαθεδρία της ιδίας εμπειρίας, της αυτόνομης και πρωτογενούς διείσδυσης στα πράγματα έναντι του λιγότερου ή περισσότερου επιδέξιου πλασαρίσματος γνώσεων από δεύτερο χέρι. Σε μια ραδιοφωνική του ομιλία για τα κοινωνικά ταμπού που σκιάζουν το κύρος των καθηγητών της μέσης εκπαίδευσης αναφέρει: "Το πρόβλημα της ενύπαρκτης αναλήθειας της παιδαγωγικής συνίσταται ασφαλώς στο γεγονός ότι το αντικείμενο, με το οποίο καταγίνεται κανείς, είναι κομμένο στα μέτρα των αποδεκτών και όχι μια καθαρά πραγματολογική έργασία στο όνομα του αντικειμένου. Αντ' αυτού το τελευταίο παιδαγωγικοποιείται. Αυτό και μόνο αρκεί ίσως, ώστε τα παιδιά ασυνείδητα να αισθάνονται εξαπατώμενα. Δεν είναι μόνο ότι οι δάσκαλοι απλώς αναπαράγουν από τη θέση του αποδέκτη κάτι ήδη καθιερωμένο, αλλά η ίδια τους η λειτουργία ως μεσολαβητών, κοινωνικά ελαφρώς ύποπτη εξαρχής όπως όλες οι δραστηριότητες που ανήκουν στη σφαίρα της κυκλοφορίας, επισύρει εν μέρει τη γενική αποστροφή.

Ο Max Scheler είπε κάποτε ότι μόνο για τούτο ήταν παιδαγωγικά αποτελεσματικός, επειδή ποτέ δεν μεταχειρίστηκε τους φοιτητές του με παιδαγωγικό τρόπο. Αν μου επιτρέπεται η προσωπική παρατήρηση, μπορώ να το επιβεβαιώσω πλήρως μέσα από τη δική μου εμπειρία. Την επιτυχία του ως ακαδημαϊκός δάσκαλος οφείλει κανείς αναφανδόν στην απουσία κάθε υπολογσμού που αποβλέπει στον επηρεασμό, στην αποφυγή της ρητορικής πειθούς".

Αυτή η συνειδητή παραίτηση από την επιδίωξη της απήχησης του εντυπωσιασμού, του προπαγανδιστικού εφέ, είναι θεμελιακή προϋπόθεση τόσο της κριτικής σκέψης της φιλοσοφίας όσο και του αληθινού έργου τέχνης. Οι υποχωρήσεις στο πιθανό κοινό, ο υπερτονισμός του επικοινωνιακού στοιχείου, είτε πρόκειται για την υιοθέτηση μιας τετριμμένης γλώσσας είτε για την ενσωμάτωση ευάρεστων και διασκεδαστικών στοιχείων σε μια μουσική σύνθεση, οσοδήποτε υψηλό και αν είναι το διεκδικούμενο επίπεδο, μεταβάλλει το πνευματικό έργο σε εμπόρευμα. Η δήθεν φιλολαϊκή προσέγγιση, η υπολογιστική κολακεία, περιφρονεί τους ανθρώπους που δήθεν υπηρετεί. Στη λατρεία του εφέ, στην εύκολη και παραπλανητική συγκίνηση και την άγρα οπαδών εδράζεται η πολιτιστική βιομηχανία, στο κλίμα της οποίας ευδοκιμεί η οικουμενική ημιμάθεια που ο Adorno αποκαλεί ημιμόρφωση" (από την "Εισαγωγή" του Λ. Αναγνώστου, σσ. 7-9).

Πέμπτη, Ιανουαρίου 07, 2010

Από την ιδεοληψία στην ιστορία


Τρίτη, Δεκεμβρίου 22, 2009

Ιδεολογία και αρχαία ελληνικά




"Τη σχέση της γλώσσας μας με τα αρχαία Ελληνικά την έχουμε ιδεολογικοποιήσει" γράφει, μεταξύ άλλων, ο Τ. Θεοδωρακόπουλος στην εφ. ΤΑ ΝΕΑ (19/12/2009), θυμίζοντάς μας τη φράση του Αλτουσέρ: "η ιδεολογία δεν λέει ποτέ "είμαι ιδεολογική'" (Ιδεολογία και ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους. Θεμέλιο: Αθήνα 1978, σ. 111). Στηλιτεύοντας τους παραταξιακούς καβγάδες ανάμεσα σε "προοδευτικούς" και "συντηρητικούς", ο αρθρογράφος εκλαμβάνει την εκ μέρους του αντίληψη για τη "σχέση μας με τα αρχαία ελληνικά" ως αντίληψη των πραγμάτων καθ' εαυτών, χωρίς να συνειδητοποιεί ότι η δική του υπερβατολογική θεώρηση τού δίνεται μόνο μέσα από το πέπλο των ιδεολογικών μορφών από τις οποίες ο ίδιος προφανώς απέχει.

Και το ζήτημα, για μας τουλάχιστον, δεν είναι να μετανιώσουμε, επειδή οι άνθρωποι έξω από και μέσα στην εκπαίδευση συνέδεσαν και εξακολουθούν να συνδέουν τα ζητήματα της γλώσσας και γενικότερα τις ερμηνείες του παρελθόντος με πολιτικές πεποιθήσεις και ιδεολογικές αξίες, αλλά να ελέγξουμε εκείνες τις αντιλήψεις που είναι, συγκαλυμμένα ή ασύνειδα, ιδεολογικές και πολιτικές. Γι' αυτό και το ερώτημα "Μήπως ήρθε η ώρα το υπουργείο Παιδείας να αναρωτηθεί όχι πόσες ώρες θα διδάσκονται Αρχαία στη Μέση Εκπαίδευση", τίθεται τουλάχιστον αργά, καθώς δεν τέθηκε όταν εν μια νυκτί τα αρχαία από το πρωτότυπο αυξήθηκαν.