Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα, Αυγούστου 22, 2011

Δούναι και λαβείν



Προλόγισμα στο έβδομο εγχειρίδιο της σειράς "Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση", με το οποίο περατώνεται ένα συλλογικό πρόγραμμα (ερευνητικό, συγγραφικό, εκδοτικό) πειραματικού και πιλοτικού εξαρχής χαρακτήρα.

Βασικός στόχος του: η ουσιαστική, μεθοδολογική και διδακτική διάκριση αρχαιογνωσίας και αρχαιογλωσσίας. Η άρση δηλαδή μιας παρεξήγησης, που συγχέει τους δύο όρους, υποστηρίζοντας ότι είναι λίγο-πολύ συνώνυμοι. Πρόκειται για αυθαίρετο, από επιστημονική και ιστορική άποψη, ισχυρισμό, που παραγνωρίζει την καταστατική διαφορά ανάμεσα στη γνώση και στη γλώσσα, στη γλώσσα και στον λόγο. Δίνοντας μάλιστα προβάδισμα στην αρχαιογλωσσία, προορισμένη, υποτίθεται, να αναπληρώνει τα ελλείμματα της νεογλωσσίας μας.

Η προγραμματική απόρριψη αυτής της παρεξήγησης στο συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν συνεπάγεται ασφαλώς υποτίμηση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Αποτελεί όμως εμπόδιο στην ανιστόρητη υπερτίμησή της, τόσο έναντι της νεοελληνικής όσο και κάθε άλλης σύγχρονης γλώσσας. Ζητούμενο στην προκείμενη περίπτωση είναι να οριστούν νηφάλια οι έγκυρες σχέσεις αρχαιογνωσίας και αρχαιογλωσσίας, με την προϋπόθεση ότι η δεύτερη αποτελεί μέρος και μέσο της πρώτης, στην περιοχή ειδικότερα των γραμμάτων, όχι ηγεμονικό αυτοσκοπό.

Σ΄ αυτή την εδραία βάση στηρίζονται και τα επτά εγχειρίδια του προγράμματος (εκδόσεις του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη, ΙΝΣ), το οποίο, γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο εγκαινιάστηκε με παραδειγματικό εγχειρίδιο της σειράς την Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, συνταγμένη από τον αλησμόνητο Τάσο Χριστίδη (δημοσιεύτηκε το 200, λίγους μήνες μετά τον πρόωρο θάνατό του). Μεσολάβησαν, μέσα στον ίδιο χρόνο, η άρτια "Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία" του Φάνη Κακριδή και ο συναρπαστικός τόμος "Η Ρώμη και ο κόσμος της" του Θεόδωρου Παπαγγελή, ευάγωγη γέφυρα ανάμεσα στον ελληνικό και στον ρωμαϊκό κόσμο της αρχαιότητας.

Την επόμενη χρονιά είδε το φως της δημοσιότητας το τέταρτο εγχειρίδιο, αφιερωμένο στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και στον φιλόσοφο βίο, με τον τίτλο "Αρχαίοι Ελληνες Φιλόσοφοι". Θεμελιώδες έργο του Βασίλη Κάλφα και του Γιώργου Ζωγραφίδη, όπου εφαρμόστηκε με απρόβλεπτη επιτυχία η μέθοδος της συγγραφικής διφωνίας. Το διφωνικό παράδειγμα ακολούθησαν: το 2007 ο επιγραφόμενος και ο Λάμπρος Πόλκας με την "Αρχαϊκή επική ποίηση" (υπότιτλος: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια). Το 2010 οι Δ. Ι. Κυρτάτας και Σ. Ι. Ράγκος με την "Ελληνική Αρχαιότητα" (υπότιτλος: πόλεμος-πολιτική-πολιτισμός), όπου μεταφέρονται καίρια ιστορικά δρώμενα, από την αρχαϊκή έως τη ρωμαϊκή εποχή, σε εναλλασσόμενο αφηγηματικό λόγο, που διαβάζεται απνευστί.

Έτσι φτάσαμε στο προκείμενο, έβδομο και τελευταίο, εγχειρίδιο της σειράς, που επιγράφεται "Η αρχαία ελληνική τέχνη και η ακτινοβολία της", συνεργατικό πόνημα του ζεύγους Μανόλη και Αλεξάνδρας Βουτυρά, στο οποίο προτάσσεται κατατοπιστικός πρόλογος των δύο συγγραφέων. Εδώ προκαταβάλλονται με δίκαιη, πιστεύω, έμφαση δύο δυσεύρετες αρετές του εγχειριδίου, οι οποίες υποτονίζονται από σεμνότητα στον συνοπτικό Πρόλογο του τόμου.

Η μία αρετή αποτυπώνεται ήδη στη διαίρεση του εγχειριδίου σε δύο σχεδόν ισότιμα μέρη. Το πρώτο, συνταγμένο από τον Μανόλη Βουτυρά, είναι εξ ορισμού αρχαιολογικό. Εξελισσόμενο σε οκτώ έντιτλα κεφάλαια, καλύπτει, με επάρκεια και ενάργεια, όλο το φάσμα της ελληνικής τέχνης, από τους «Σκοτεινούς αιώνες» και τη «Γεωμετρική περίοδο» έως την όψιμη «Ελληνιστική εποχή».

Το δεύτερο μέρος, σπάνιο και απροσδόκητο σε παρόμοιες περιπτώσεις, οφείλεται στη αρμόδια γνώση και στον επίμονο μόχθο της Αλεξάνδρας Βουτυρά. Η οποία ερευνά και συντάσσει συστηματικά σε έξι κεφάλαια τα βασικά εκείνα στοιχεία που μαρτυρούν τη γόνιμη και εξελισσόμενη επίδραση της αρχαίας ελληνικής τέχνης στα νεότερα χρόνια, από την πρώιμη Αναγέννηση έως το τέλος του εικοστού αιώνα. Καταλήγοντας στα ίχνη και στα σήματα της αρχαιοελληνικής καλλιτεχνικής παράδοσης, όπου και όπως αναγνωρίζονται σε επώνυμα πρόσωπα και έργα της νεοελληνικής τέχνης.

Η δεύτερη, μεθοδολογική και ιδεολογική, αρετή αφορά στον αμφίδρομο τρόπο με τον οποίο νοείται και εφαρμόζεται η αρχή της αμοιβαίας επίδρασης στην προκειμένη περίπτωση. Που πάει να πει: στην τέχνη (στη λογοτεχνία και στη ζωή βέβαια) όποιος δίνει παίρνει και όποιος παίρνει δίνει. Έτσι μόνο το ξένο παράδειγμα τρέπεται σε οικείο και το οικείο ξενίζεται. Διευρύνοντας συνεχώς τον ορίζοντα της καλλιτεχνικής δημιουργίας, τόσο στη διάσταση του χώρου όσο και στο άνυσμα του χρόνου. Συστήνοντας συνάμα έναν τύπο ανοιχτού πολιτισμού και ανοιχτής πολιτικής μεταξύ των λαών, συμπεριλαμβανομένης και της οικονομίας. Από την άποψη αυτή το έβδομο και τελευταίο εγχειρίδιο της σειράς δεν είναι εκτός τόπου και χρόνου.