1) Η σκηνή προέρχεται από την κινηματογραφική ταινία
Amarcord του Φελίνι (1973). Ο τίτλος Amarcord αποδίδει φωνητικά τη φράση "mi ricordo", που στο ρομανικό ιδίωμα σημαίνει "θυμάμαι". Το έργο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αυτοβιογραφικό (χωρίς ωστόσο κεντρικούς πρωταγωνιστές και πλοκή), με κέντρο αναφοράς την παιδική και εφηβική ηλικία του Φελίνι στη γενέθλια πόλη του, το Ρίμινι της Ιταλίας, κατά τη δεκαετία του 1930, οπότε ο φασισμός βρίσκεται στην πλήρη κορύφωσή του.
Στη φαντασιακή, λίγο πολύ, αυτή αναδρομή προβάλλονται, μεταξύ άλλων, δρώμενα από τη σχολική ζωή, όπου τα μαθήματα (εδώ τα αρχαία ελληνικά) διεξάγονται με τον πλέον φαιδρό τρόπο: ο δάσκαλος προσπαθεί μάταια να μάθει τον μικρό Οvo να προφέρει τον τύπο
ἐμάρψαμεν στο επόμενο απόσπασμα
του Αρχιλόχου (61 D.), όπου προσβάλλεται η καπηλεία του ηρωισμού:
ἑπτὰ γὰρ νεκρῶν πεσόντων, οὓς ἐμάρψαμεν ποσίν,
χείλιοι φονῆές εἰμεν
(«εφτά οι νεκροί· σαν τους ποδοπατήσαμε,
είμαστε χίλιοι οι φονιάδες τους», μτφρ. Γ. Δάλλας).
O Φελίνι χρησιμοποιεί συχνά διαλεκτικές εκφράσεις, λεξιπαίγνια και κλινόμενες λέξεις, προκειμένου να τονίσει το παράλογο των καταστάσεων στο Amarcord. Ωστόσο, η "παρωδιακή" χρήση τους δεν έχει τίποτε το περιφρονητικό προς τα ιδιώματα, όπως αυτό των Romanogli. Αντίθετα, συμφωνούν με τη φυσιογνωμία του έργου, που επιμένει στις γελοιογραφικές όψεις της Ιταλίας της εποχής (C. Gaudeuzi.2002. Memory, Dialect, Politics. Linguistic Strategies in Fellini's Amarcord, σ. 161-162. Στο F. Burke, & M. Waller [επιμ.],
F. Fellini. Conteporary Perspectives. Univ. Toronto Press). Εξάλλου, σ' ένα πρώιμο αυτοβιογραφικό του δοκίμιο ("My Rimini") ο σκηνοθέτης διηγείται πώς η δραματοποίηση του ηρωϊκού μεγαλείου της
Ιλιάδας συνοδευόταν από ανατροπές και διαψεύσεις.
2) Στο επόμενο στιγμιότυπο από την ελληνική ταινία "
Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο", του Αλέκου Σακελλάριου (1959), το "θύμα" της διδασκαλίας είναι η Όμηρος ("ο μεγάλος αυτός ποιητής της αρχαιότητος"). Ο αρχάριος δάσκαλος των αρχαίων ελληνικών, μόλις που έχει μπορέσει να επιβάλει κάποια σχετική ησυχία στη "θηλυκή" αυτή ζούγκλα του μαυροπίνακα, την οποία ωστόσο διαδέχεται αμέσως το προσωπικό δούλεμα και η διακωμώδηση του μαθήματος. Οι μαθήτριες "βρίσκονται" στην πρώτη ραψωδία της ομηρικής Οδύσσειας (α 123-124), που χαρακτηρίζεται, λόγω προφανώς του τεμαχισμού της ύλης στα σχολικά εγχειρίδια της εποχής, γενικά και αόριστα ως "κεφάλαιο":
"Χαῖρε, ξεῖνε, παρ' ἄμμι φιλήσεαι. αὐτὰρ ἔπειτα
δείπνου πασσάμενος μυθήσεαι ὅττεο σε χρή"..
("Ξένε μου, καλωσόρισες, έλα να σε φιλέψουμε κι αφού το δείπνο μας
χορτάσεις, τότε μας λές τον λόγο της επίσκεψής σου", μτφρ. Δ. Ν. Μαρωνίτης).
Πρόκειται για την υποδοχή της μεταμορφωμένης σε Μέντη Αθηνάς από τον νεαρό Τηλέμαχο. Η επιλογή του χωρίου (που συμπληρώνεται από τον δάσκαλο με τον στίχο α 125 =Ὤς εἰπὼν ἡγεῖθ', ἡ δ' ἕσπετο Παλλὰς Ἀθήνη) είναι εύστοχη ανατροπή, στον βαθμό που και ο δάσκαλος έρχεται, όπως η Αθηνά Παλλάδα, λίγο πολύ ως "ξένος, για πρώτη φορά στην τάξη, και γίνεται, όπως γίνεται δεκτός, από τις μαθήτριες. Κατά τα άλλα, εξέχουν ο χλευασμός της διαχρονικής γλωσσικής συνέχειας ("έτσι μιλάνε και στο σπίτι της") και της διασημότητας του ποιητή ("ποιον Όμηρο;"), η υπονόμευση του μόχθου της αποστήθισης του πρωτοτύπου, το "σπουδογέλοιον" ύφος του δασκάλου, που ξέρει απέξω κι ανακατωτά το πρωτότυπο, και η αποψίλωση του "Παλλάς" (α 125) από επιθετικό προσδιορισμό της θεάς σε κινηματοθέατρο.
3) Στα "
χτυποκάρδια στο θρανίο", του Αλέκου Σακελλάριου (1963), οι μαθήτριες έχουν "προχωρήσει" στο μάθημα των αρχαίων ελληνικών. Βρίσκονται τώρα στο "εδάφιο" της ομηρικής Οδύσσειας, όπου η μεταμορφωμένη Αθηνά ξυπνά τη Ναυσικά και, "κατηγορώντας" την ότι αδιαφορεί για την "αποκατάστασή" της, την προτρέπει να πάει να πλύνει τα προικιά της στην παραποτάμια όχθη της Σχερίας. Εκεί, ως γνωστόν, θα συναντήσει τον παρ' ολίγον γαμπρό της Οδυσσέα. Το κρίσιμο απόσπασμα, με το οποίο αρχίζει και τελειώνει η κωμική σκηνή είναι το ζ 25-27α:
"Ναυσικάα, τί νύ σ' ὦδε μεθήμονα γείνατο μήτηρ;
εἵματα μέν τοι κεῖται ἀκηδέα σιγαλόεντα,
σοὶ δὲ γάμος σχεδόν ἐστιν...
("Ω Ναυσικά, γιατί τόσο νωθρή να σε γεννήσει η μάνα σου;
Αφρόντιστα σου μένουν τα λαμπρά σου ρούχα,
κι όμως ο γάμος πια σου γνέφει"..., μτφρ. Δ.Ν.Μ.)
Αρκετά από τα κωμικά στοιχεία στο έργο αυτό έρχονται από το προηγούμενο στιγμιότυπο. Και εδώ επίσης το θέμα του επικείμενου ομηρικού "γάμου" δένει με τον συντελεσμένο στο έργο ανάμεσα στην καθυστερημένη μαθήτρια και τον (απόντα από τη σκηνή) καθηγητή ιατρικής. Ωστόσο, το "διακύβευμα" τώρα είναι η μετάφραση, καθώς, δίχως την υποστήριξή της, μόνο ένα "Ναυσικάα..." μπορεί να προφερθεί.